Στην παρούσα λοιπόν περίσταση, εκείνο που σας ζητιέται είναι να βρεθεί καθένας σας συνειδητά πιστός (Πρβλ. Α Κορ. 4, 2). Το να εύρεις όμως έναν άνθρωπο πιστό στα έργα και στα λόγια, είναι πολύ δύσκολο (Πρβλ, Παροιμ. 20,6). Δεν το λέω αυτό βέβαια για να επιδείξεις σε μένα τη συνείδησή σου – γιατί δεν πρόκειται να λογοδοτήσετε σε κάποιον άνθρωπο (Παροιμ. 20, 6) – αλλά να φανερώσεις την άδολη πίστη σου στο Θεό «ο οποίος γνωρίζει τον έσω άνθρωπο με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του» (Πρβλ. Ψαλμ. 7,10) και «ο οποί¬ος γνωρίζει τους διαλογισμούς των ανθρώπων» (Πρβλ. Ψαλμ. 93, 11). Είναι πολύ μεγάλο πράγμα ο πιστός άνθρωπος. Αυτός είναι πλουσιότερος και από τον πιο βαθύπλουτο άνθρωπο. Στον πιστό μπορεί κανείς να εμπιστευθεί όλου του κόσμου τα πλούτη (Πρβλ. Παροιμ. 17, 6α), γιατί τα έχει ξεπεράσει και τα έχει καταπατήσει. Γιατί, όσοι φαινομενικά μοιάζουν πλούσιοι και πολυκτήμονες, είναι φτωχοί στην ψυχή. Και όσο πιο πολλά μαζεύουν, τόσο κατακαίγονται από την επιθυμία αυτών που τους λείπουν. Με τον πιστό άνθρωπο όμως συμβαίνει αυτό το παράδοξο. Είναι πλούσιος μέσα στη φτώχεια του. Γιατί με το να γνωρίζει ότι αυτό που του χρειάζεται είναι να έχει τροφή και σκεπάσματα και με το να είναι αυτάρκης με αυτά (Πρβλ. Α΄ Τιμ. 6,8), έχει καταπατήσει την ανάγκη και την επιθυμία του πλούτου.
Και δεν είναι μόνο για τους χριστιανούς το μεγάλο αξίωμα της πίστεως. Αλλά και ό,τι άλλο γίνεται στον κόσμο και αυτά που γίνονται από τους ανθρώπους, που δεν ανήκουν στην Εκκλησία, συντελούνται με την πίστη. Βασισμένοι στην πίστη, οι νόμοι που διέπουν το γάμο, συναρμόζουν τους μέχρι το γάμο ξένους και άγνωστους μεταξύ τους ανθρώπους. Και άνθρωπος που πριν δεν είχε καμιά σωματική ή οικονομική σχέση με τον άλλο, διά της εμπιστοσύνης του στο συζυγικό συμβόλαιο, γίνεται τώρα κοινωνός με τον άλλο σε όλα. Στην πίστη βασίζεται και η γεωργία. Γιατί εκείνος που δεν πιστεύει ότι θα συνάξει καρπούς δεν υπομένει και τους βαρείς κόπους της καλλιέργειας. Στην πίστη βασίζονται εκείνοι που ταξιδεύουν στη θάλασσα και, δίνοντας εμπιστοσύνη σε ένα μικρό κομμάτι ξύλου, ανταλλάσσουν την ασφάλεια της στεριάς με την αστάθεια των κυμάτων. Και εγκαταλείπουν τους εαυτούς τους σε άδηλες ελπίδες, θεωρώντας την πίστη μεγαλύτερη σιγουριά και από την πιο ασφαλή άγκυρα. Τα περισσότερα λοιπόν ανθρώπινα πράγματα έχουν οικοδομηθεί με θεμέλιο την πίστη. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει μόνο σε μας τους χριστιανούς, αλλά και στους άλλους ανθρώπους. Και αν ακόμα δεν παραδέχονται την Αγία Γραφή και παρουσιάζονται να πιστεύουν σε μερικά διδάγματα δικά τους και αυτά όμως τα παραδέχονται με βάση την πίστη.
Στην αληθινή πίστη καλεί και σας σήμερα το αποστολικό ανάγνωσμα που σας έδειξε το δρόμο και τον τρόπο να ευαρεστήσετε και σεις στο Θεό. Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι «χωρίς πίστη είναι αδύνατο να ευαρεστήσουμε στο Θεό» (Εβρ. 11, 6). Γιατί ποιός θα δείξει προθυμία να δουλέψει στο Θεό, αν δεν είναι βέβαιος ότι ο Θεός θα του δώσει τον καρπό της πίστεώς του; Πώς θα κρατήσει την παρθενία μια κόρη και θα σωφρονίσει ένας νέος, αν δεν είναι βέβαιος ότι θα του δοθεί για την αγνότητά του αμάραντο στεφάνι; (Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 5, 4). Η πίστη είναι μάτι που φωτίζει τη συνείδηση και τροφοδοτεί τη σύνεση του ανθρώπου. Ο προφήτης Ησαΐας λέει: «Αν δεν πιστέψετε, δεν θα εννοήσετε» (Ησ, 7, 9). Και όπως συνέβη με τον προφήτη Δανιήλ, «η πίστη φράζει στόματα λιονταριών» (Πρβλ. Εβρ. 11,33). Η Αγία Γραφή λέει σχετικά με αυτόν, ότι σύρθηκε έξω από το λάκκο και δεν είχε πάθει το παραμικρό (Πρβλ. Δαν. 6, 23), γιατί είχε εμπιστευθεί τον εαυτό του στο Θεό του. Υπάρχει τίποτα φοβερότερο και χειρότερο από το διάβολο; Αλλά και εναντίον αυτού δεν έχουμε κανένα άλλο όπλο από την πίστη (Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 5, 9), η οποία είναι ασώματη ασπίδα εναντίον αόρατου εχθρού. Γιατί ο διάβολος τοξεύει με διάφορα βέλη, ύπουλα και δόλια όσους δεν έχουν νήψη (Πρβλ. Ψαλμ. 10, 2). Επειδή όμως ο εχθρός είναι αόρατος, έχουμε ισχυρό περίβλημα την πίστη, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: «Μαζί με όλα αυτά να πάρετε πάνω σας, σαν άλλη ασπίδα, την πίστη, με την οποία θα μπορέσετε να σβήσετε όλους τους καυστικούς πειρασμούς του πονηρού, που μοιάζουν με βέλη πύρινα» (Εφεσ. 6, 16). Πολλές φορές στέλνεται από το διάβολο πυρακτωμένο βέλος επιθυμίας για αισχρή ηδονή. Αλλά η πίστη φέρνει στο νου την κρίση, που καταστέλλει τους ηδονικούς λογισμούς και μ’ αυτό τον τρόπο μαραίνεται η σαρκική επιθυμία, δηλαδή εξουδετερώνεται το σατανικό βέλος.
Μιλήσαμε πολύ για την πίστη, αλλά κι ολόκληρη την ημέρα αν μιλούσαμε δεν θα ήταν αρκετός ο χρόνος για να ολοκληρώσουμε τη διήγησή μας. Για τώρα όμως ας αρκεστούμε, από τα πρότυπα της Παλαιάς Διαθήκης, μόνο στον Αβραάμ, επειδή με την πίστη γίναμε δικά του παιδιά (Πρβλ. Ρωμ. 4,11: Γαλ. 3, 7). Εκείνος δεν δικαιώθηκε μόνο από τα έργα του (Ιακ. 2,21), αλλά και από την πίστη του (Πρβλ. Γεν. 15, 6: Ρωμ. 4, 3: Ιακ. 2, 23). Γιατί κατόρθωσε πολλά. Δεν ονομάστηκε όμως ποτέ άλλοτε φίλος του Θεού, παρά μόνο όταν πίστεψε. Κάθε έργο που έκανε το έκανε με την πίστη. Εγκατέλειψε τους γονείς του για την πίστη. Εγκατέλειψε την πατρίδα του, τη χώρα του και το σπίτι του, για την πίστη (Πρβλ. Εβρ. 11, 8-10). Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός πίστεψε και δικαιώθηκε και συ πίστεψε για να δικαιωθείς. Ήταν δηλαδή νεκρωμένη η σωματική του ικανότητα για τεκνογονία, γιατί ήταν γέρος και η γυναίκα του και αυτή γριά και δεν τους απέμενε καμιά ελπίδα για να κάνουν παιδιά. Ο Θεός υπόσχεται στο γέροντα ότι θα κάνει παιδιά. Και επειδή δεν ασθένησε κατά την πίστη ο Αβρα¬άμ (Ρωμ. 4,19) -παρόλο που αισθάνθηκε το σώμα του ήδη νεκρωμένο- δεν συγκέντρωσε την προσοχή του στην αδυναμία του σώματος του, αλλά στη δύναμη Εκείνου που του υποσχόταν. Γιατί θεώρησε αξιόπιστο Αυτόν που του έστελνε την τόσο χαρούμενη είδηση (Πρβλ. Εβρ. 11, 11). Και έτσι σαν από δύο νεκρά σώματα (Πρβλ. Εβρ. 11, 12), εντελώς παράδοξα, απέκτησε το παιδί. Και μετά, αφού το απέκτησε, όταν πήρε την εντολή να προσφέρει το γιό του -αν και είχε ακούσει το «από τον Ισαάκ θα αποκτήσεις απογόνους» (Γέν. 21,12)- πρόσφερε το μοναχοπαίδι του στο Θεό (Πρβλ. Γεν. 22, 2), πιστεύοντας ότι ο Θεός μπορούσε και να τον νεκραναστήσει (Πρβλ. Εβρ. 11, 19). Και αφού έδεσε το παιδί και το έβαλε πάνω στα ξύλα, το πρόσφερε κατά την προαίρεσή του στο Θεό. Εξαιτίας όμως της αγαθότητας του Θεού, το παρέλαβε πίσω ζωντανό, γιατί ο Θεός του χάρισε αρνί για να θυσιάσει, αντί για το παιδί του (Πρβλ. Γεν. 22, 9-13). Τέλος, επειδή αποδείχθηκε πιστός σ’ όλες αυτές τις δοκιμασίες, πήρε την σφραγίδα της δικαιοσύνης με την περιτομή· και η πίστη που έδειξε, πριν από την περιτομή, επισφραγίστηκε με τη νέα επαγγελία του Θεού προς αυτόν, ότι θα γίνει πατέρας πολλών εθνών (Πρβλ. Γεν. 17, 5).
Ας δούμε λοιπόν πως είναι πατέρας πολλών εθνών ο Αβραάμ. Όλοι μας αβίαστα ομολογούμε άτι είναι πατέρας των Ιουδαίων για το λόγο της φυλετικής κατά σάρκα διαδοχής. Αν όμως στρέψουμε την προσοχή μας και θεμελιώσουμε τη σκέψη μας στην κατά σάρκα διαδοχή, τότε θα αναγκασθούμε να πούμε ότι η επαγγελία του Θεού είναι ψεύτικη. Διότι με αυτή τη βάση δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί πατέρας όλων μας. Εκείνο όμως που κάνει όλους μας παιδιά του είναι η υποδειγματική πίστη του στο Θεό (Πρβλ. Ρωμ. 4, 12). Πώς και με ποιό τρόπο γίνεται αυτό; Οι άνθρωποι δεν μπορούν να πιστέψουν ότι μπορεί ποτέ ο άνθρωπος να αναστηθεί εκ νεκρών. Όπως επίσης δεν είναι δυνατόν να πιστέψουν ότι μπορεί να τεκνογονήσουν νεκρωμένα από τα γηρατειά άτομα. Αλλά εμείς πιστεύουμε στο Χριστό, που τώρα κηρύσσεται, ο οποίος σταυρώθηκε μεν και πέθανε, αλλά και αναστήθηκε. Με την ομοιότητα της πίστεως γινόμαστε παιδιά του Αβραάμ. Και έτσι, αφού πιστέψουμε, δεχόμαστε όμοια μ’ εκείνου την πνευματική σφραγίδα. Διά του Βαπτίσματος περιτεμνόμαστε με τη Χάρη και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, όχι κατά το σώμα, αλλά κατά την καρδιά, όπως λέει και ο προφήτης Ιερεμίας: «Και να περιτμήσετε, για χάρη του Θεοί, την ακροβυστία της καρδίας σας» (Πρβλ. Ιερ. 4, 4). Και όπως επίσης λέει ο Απόστολος Παύλος: «Κατά την περιτομή που δεχτήκατε από το Χριστό, όταν ταφήκατε μαζί Του κατά το Βάπτισμα» (Κολ. 2,11-12) και όσα άλλα σχετικά ακλουθούν.
Αν κρατήσουμε αυτή την πίστη, δεν θα κατακριθούμε και θα στολιστούμε με κάθε είδους αρετή. Γιατί τόση δύναμη έχει η πίστη, ώστε να δίνει τη δυνατότητα να περπατάνε οι άνθρωποι και πάνω στη θάλασσα. Άνθρωπος ίδιος μ’ εμάς ήταν ο Πέτρος, που είχε σάρκα και αίμα και μεγάλωσε και ανδρώθηκε, τρώγοντας τις ίδιες με μας τροφές. Αλλά όταν ο Ιησούς του είπε «έλα», επειδή πίστεψε, περπάτησε πάνω στα νερά (Ματθ. 14, 29), έχοντας την πίστη πιο σίγουρο θεμέλιο και από την προκυμαία και κινώντας ανάλαφρα το βαρύ σώμα του, χάρη στην ελαφρότητα που του χάριζε η πίστη. Όσο βέβαια είχε την πίστη, πατούσε γερά πάνω στο νερό. Όταν όμως δίστασε, τότε άρχισε να καταποντίζεται (Πρβλ, Ματθ. 14,30). Γιατί όσο έχανε λίγο-λίγο την πίστη, τόσο βούλιαζε και το σώμα. Γνωρίζοντας όμως το πάθημά του, του είπε ο Ιησούς που γιατρεύει τα πάθη των ψυχών μας: «Ολιγόπιστε, γιατί δίστασες;» (Ματθ. 14,31). Και πάλι, παίρνοντας δύναμη από το Χριστό, που τον κράτησε από το δεξί χέρι, αφού πάλι πίστεψε με την χειραγωγία του Δεσπότου Χρίστου, έκανε την ίδια και πάλι διαδρομή, περπατώντας στη θάλασσα. Αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή περπάτησε πάλι, το αναφέρει έμμεσα το Ευαγγέλιο που λέει ότι «αφού ανέβηκαν πάλι στο πλοίο…» (Ματθ. 14, 32). Γιατί δεν είπε ότι κολυμπώντας ο Πέτρος ανέβηκε, αλλά αφήνει να εννοηθεί ότι όσο διάστημα έκανε, περπατώντας στα κύματα προς τον Ιησού, τόσο περπάτησε και επιστρέφοντας μαζί Του, για να ανέβη πάλι στο πλοίο.
(Αγ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, «Κατηχήσεις», εκδ. Ετοιμασία, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέα. Κατήχηση Ε΄, σ. 108-118)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου