Ἡ ἁγία Μαμέλχθα καταγόταν ἀπό τήν
Περσία. Τό πότε ἀκριβῶς ἔζησε δέν καταγράφεται στά Συναξάρια. Ἦταν
φανατική εἰδωλολάτρις καί ἱέρεια τῶν εἰδώλων. Ἀντέδρασε ἔντονα ὅταν
πληροφορήθηκε ὅτι ἡ ἀδελφή της ἔγινε Χριστιανή, καί δέν ἤθελε νά ἔχη
ἐπικοινωνία μαζί της. Ἀργότερα, ὅμως, «μαλάκωσε» ἡ ψυχή της, βλέποντας
τήν ἀδελφή της νά ἔχη κυριολεκτικά «μεταμορφωθῆ», νά ἔχη γίνει ἄλλος
ἄνθρωπος. Καί ἐπειδή ἦταν εὐαίσθητη καί μέ πνευματικές ἀναζητήσεις,
θέλησε νά μάθη περισσότερα γιά τήν Χριστιανική πίστη. Ἔτσι, κατηχήθηκε
καί βαπτίσθηκε. Οἱ εἰδωλολάτρες φανερά προσβεβλημένοι πού μιά ἱέρεια τῶν
εἰδώλων ἔγινε Χριστιανή, ἀλλά καί γεμάτοι μισαλλοδοξία καί φανατισμό,
τήν συνέλαβαν καί τήν βασάνισαν σκληρά καί ἀπάνθρωπα. Tέλος, τήν ἔριξαν
σέ ἕνα ξηρό πηγάδι καί ἄρχισαν νά τήν λιθοβολοῦν μέχρι πού ξεψύχησε.
Εὐσεβεῖς Χριστιανοί ἀνέσυραν ἀπό τό πηγάδι τό πολύαθλο καί μαρτυρικό
σῶμα της καί τό ἐνταφίασαν μέ εὐλάβεια καί σεβασμό, ἐνῶ τήν ψυχή της τήν
παρέλαβαν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ καί τήν μετέφεραν στά οὐράνια σκηνώματα,
ἐκεῖ «ὅπου ἦχος καθαρός ἑορταζόντων».
Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι
τρόπος ζωῆς. Γι’ αὐτό καί ὅταν κατά τούς πρώτους Χριστιανικούς χρόνους
κάποιος εἰδωλολάτρης γινόταν Χριστιανός, οἱ γνωστοί του τό καταλάβαιναν
ἀπό τήν ἀλλαγή τοῦ τρόπου ζωῆς καί συμπεριφορᾶς του. Ἐπειδή, ἐνῶ π.χ.
ἦταν ἀκόλαστος, ταραχοποιός, σκληρός, ἀπάνθρωπος, κλπ. ξαφνικά ἄλλαζε
ἐντελῶς καί γινόταν σώφρων, ἤρεμος, φιλάνθρωπος, μεγάτος ἀγάπη καί
καλωσύνη. Ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ πού κατεσκήνωνε μέσα του, μετά τό
Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, τόν ἀλλοίωνε ἐσωτερικά καί αὐτή ἡ ἀλλοίωση
γινόταν φανερή καί ἐξωτερικά. Ἀλλά καί στίς ἡμέρες μας, ὅσοι βαπτίζονται
σέ ὥριμη ἡλικία, μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα αἰσθάνονται νά
πλημμυρίζη ὅλη ἡ ὕπαρξή τους ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τούς
προξενεῖ χαρά, πνευματική ἀγαλλίαση, ταπείνωση, ἀγάπη, εἰρήνη. Στήν
συνέχεια, ὅμως, θά πρέπει νά ἀγωνισθοῦν πνευματικά γιά νά κρατήσουν
αὐτήν τήν Χάρη. Ἡ ὑπακοή σέ ἔμπειρο πνευματικό ὁδηγό θά τούς στηρίξη γιά
νά μή ξεστρατίσουν ἀπό τήν ὁδό τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἄν αὐτό συμβῆ, θά
τούς βοηθήση νά ἐπανέλθουν.
Δεύτερον. Ὁ λιθοβολισμός «ὑπῆρξε ἕνας
ἀπό τούς πιό παλαιούς καί ἄγριους τρόπους θανατώσεως τῶν ἐγκληματιῶν καί
παραβατῶν, ἰδιαίτερα τῶν ἠθικῶν νόμων. Στήν ἐκτέλεση τοῦ
καταδικασμένου, ἀπό τήν κοινή γνώμη ἤ τήν πολιτεία, ἔπαιρνε μέρος
σημαντικός ἀριθμός ἀνθρώπων. Ὁ λιθοβολισμός γινόταν ἔξω ἀπό τήν πόλη.
Ἔβαζαν τόν κατάδικο στήν μέση καί ἄρχιζαν νά τοῦ ρίχνουν ὅλοι πέτρες
μέχρι νά πεθάνη». Τό μαρτύριο τοῦ ἀνθρώπου πού λιθοβολεῖται παρατείνεται
γιά μεγάλο χρονικό διάστημα, ἐπειδή τραυματίζεται ὅλο καί περισσότερο
ἀπό τίς ἀλλεπάλληλες ρίψεις πετρῶν, ἀλλά ὁ θάνατος συνήθως ἀργεῖ νά
ἐπέλθη, καί γι’ αὐτό ὁ διά λιθοβολισμοῦ θάνατος εἶναι ἀργός, σκληρός καί
ἐπώδυνος. Δυστυχῶς, ὅμως, ὁ ἀπάνθρωπος αὐτός τρόπος θανατώσεως ἰσχύει
καί σήμερα, κυρίως σέ μουσουλμανικές χῶρες, καί ἐφαρμόζεται περισσότερο
σέ γυναῖκες πού κατηγοροῦνται γιά τό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας.
- Ὅσοι βαπτίζονται σέ ὥριμη ἡλικία, μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα αἰσθάνονται νά πλημμυρίζη ὅλη ἡ ὕπαρξή τους ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τούς προξενεῖ χαρά, πνευματική ἀγαλλίαση, ταπείνωση, ἀγάπη, εἰρήνη.
Ὁ θάνατος μέ λιθοβολισμό ἴσχυε καί στήν
Παλαιά Διαθήκη. Εἶναι γνωστός ὁ λιθοβολισμός τοῦ Πρωτομάρτυρα Στεφάνου.
Κυρίως, ὅμως, λιθοβολοῦσαν τίς γυναῖκες πού διέπρατταν τό ἁμάρτημα τῆς
μοιχείας, κάτι πού πέρασε ἀργότερα στό Κοράνιο, τό ὁποῖο ἔχει πολλά
δάνεια ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὁποία εἶναι ἡ πρώτη Διαθήκη πού σύναψε ὁ
Θεός μέ τόν λαό Του. Ὅμως, ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ πού δόθηκε στήν Παλαιά
Διαθήκη εἶναι ἀτελής, καί «ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου», ὁ νόμος
αὐτός τελειοποιήθηκε, ἐκπληρώθηκε καί συμπληρώθηκε ἀπό τόν Χριστό.
Ἑπομένως, στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου δεσπόζει ἡ τέλεια ἀγάπη, ὅλα εἶναι
ἐντελῶς διαφορετικά. Εἶναι γνωστό τό περιστατικό πού καταγράφεται στό
κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο οἱ γραμματεῖς καί οἱ
φαρισαῖοι, προκειμένου νά βροῦν ἀφορμή νά κατηγορήσουν τόν Χριστό,
ἔφεραν μπροστά του μιά γυναίκα, πού εἶχε συλληφθῆ γιά μοιχεία, καί τοῦ
εἶπαν ὅτι ὁ Μωϋσῆς διέταξε νά λιθοβολοῦμε τέτοιες γυναῖκες. Ἐσύ τί λές; Ὁ
Χριστός ἔσκυψε κάτω καί ἔγραφε μέ τό δάκτυλό του στήν γῆ. Καί ἐπειδή
ἐπέμεναν νά τόν ἐρωτοῦν, ἐσήκωσε τό κεφάλι του καί τούς εἶπε: Ὁ
ἀναμάρτητος ἀπό σᾶς ἄς ρίξη πρῶτος τήν πέτρα ἐναντίον της. Καί πάλι
ἔσκυψε κάτω καί ἔγραφε στήν γῆ. Ὅταν τόν ἄκουσαν ἐκεῖνοι, ἔφυγαν ὁ ἕνας
ὕστερα ἀπό τόν ἄλλο, πρῶτοι οἱ γεροντότεροι, καί ἔμεινε μόνος του ὁ
Χριστός καί ἡ γυναίκα στό μέσον. Τότε, ἐσήκωσε τό κεφάλι ὁ Χριστός καί
τῆς εἶπε: Γυναίκα ποῦ εἶναι αὐτοί; Κανένας δέν σέ καταδίκασε; Καί ὅταν
ἐκείνη ἀπάντησε, κανείς, τῆς εἶπε: Οὔτε ἐγώ σέ καταδικάζω· πήγαινε καί
ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς νά μή ἁμαρτάνης πλέον (Ἰω. η΄, 3-7). Σύμφωνα μέ
τούς ἑρμηνευτές, ὁ Χριστός ἔσκυψε κάτω καί ἔγραφε τά ὀνόματα ἐκείνων πού
ἤθελαν νά τιμωρήσουν μέ λιθοβολισμό τήν γυναίκα, ὅπως καί τήν ἡμέρα καί
τήν ὥρα πού διέπραξαν καί ἐκεῖνοι τό ἴδιο ἁμάρτημα. Γι’ αὐτό καί ἔφυγαν
ντροπιασμένοι.
Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώση τούς ἀνθρώπους, καί ὄχι γιά νά τούς καταστρέψη. Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει, ὅτι κάποτε ὁ Χριστός, ἐνῶ πορευόταν στήν Ἱερουσαλήμ θέλησε νά μπῆ σέ ἕνα χωριό τῶν Σαμαρειτῶν καί ἀπέστειλε ἀγγελιοφόρους γιά νά κάνουν τήν ἀπαραίτητη προετοιμασία προκειμένου νά τόν δεχθοῦν. Οἱ Σαμαρεῖτες, ὅμως, ἀρνήθηκαν νά τόν δεχθοῦν, καί γι’ αὐτό δύο ἀπό τούς μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, τοῦ εἶπαν: Κύριε, θέλεις νά ποῦμε νά κατεβῆ φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καί νά τούς κατακάψη, ὅπως ἔκανε καί ὁ Ἠλίας; Τότε ὁ Χριστός τούς ἐπέπληξε λέγοντάς τους ὅτι δέν γνωρίζετε ποίου πνεύματος εἶσθε. Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν ἦλθε γιά νά καταστρέψη τούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά τούς σώση.
Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώση τούς ἀνθρώπους, καί ὄχι γιά νά τούς καταστρέψη. Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει, ὅτι κάποτε ὁ Χριστός, ἐνῶ πορευόταν στήν Ἱερουσαλήμ θέλησε νά μπῆ σέ ἕνα χωριό τῶν Σαμαρειτῶν καί ἀπέστειλε ἀγγελιοφόρους γιά νά κάνουν τήν ἀπαραίτητη προετοιμασία προκειμένου νά τόν δεχθοῦν. Οἱ Σαμαρεῖτες, ὅμως, ἀρνήθηκαν νά τόν δεχθοῦν, καί γι’ αὐτό δύο ἀπό τούς μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, τοῦ εἶπαν: Κύριε, θέλεις νά ποῦμε νά κατεβῆ φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καί νά τούς κατακάψη, ὅπως ἔκανε καί ὁ Ἠλίας; Τότε ὁ Χριστός τούς ἐπέπληξε λέγοντάς τους ὅτι δέν γνωρίζετε ποίου πνεύματος εἶσθε. Ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν ἦλθε γιά νά καταστρέψη τούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά τούς σώση.
Κάποιοι καταδικάζουν τόν λιθοβολισμό ὡς
ἀπάνθρωπο, καί ὅμως οἱ ἴδιοι χρησιμοποιοῦν ἐναντίον τῶν συνανθρώπων τους
ἄλλα εἴδη «λιθοβολισμοῦ», σκληρότερα καί ὀδυνηρότερα, ἴσως, ἀπό τήν
ρίψη λίθων. Καί αὐτά εἶναι οἱ ἄδικες ἐπιθέσεις, οἱ συκοφαντίες, τά
πικρόχολα λόγια καί σχόλια, πού σπιλώνουν ὑπολήψεις, πληγώνουν καρδιές,
καί κυριολεκτικά καταστρέφουν ζωές, ἀφοῦ ὁδήγησαν πολλούς στήν ἀπόγνωση
καί τήν ἀπελπισία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου