Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Σεραπίωνας Σιμωνοπετρίτης - Ιερομόναχος Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: Ιχνηλασία ζωής (3)

Ο Γέροντας Αιμιλιανός, Προηγούμενος Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους τελώντας αγιασμό.
Απόσυρση του Γέροντα Αιμιλιανού στο μετόχι της Ορμύλιας
Στις αρχές του 1995 ένας μόνιμος κλονισμός της υγείας του υποχρέωσε τον σεβαστό Γέροντα να αποσυρθεί σταδιακώς από τα ηγουμενικά καθήκοντά του και να εγκατάλειψη το περιπόθητο μοναστήρι του και το πεφιλημένο του Άγιον Όρος. Το έτος 2000 ο σεπτός Πατήρ παρέδωσε την σκυτάλη της ηγουμενίας στον νύν Καθηγούμενον της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας πανοσιολογιώτατον αρχιμανδρίτην Ελισσαίον, ο οποίος με υϊικόν σεβασμό συνεχίζει το έργο του και ο ίδιος εφησυχάζει στο Μετόχι της Ορμύλιας, «ανταναπληρών τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί αυτού, υπέρ του σώματος του Χριστού, ο έστιν η Εκκλησία», με πολλή υπομονή και καρτερία.
Από τον πλούσιον πνευματικόν αμητόν του Γέροντος ελάχιστα κείμενα είδαν το φως της δημοσιότητος κατά τις ημέρες της δράσεως του, διότι ο ίδιος, έχοντας ως μόνον σκοπό τον καταρτισμό και την οικοδομή των πνευματικών του τέκνων ή του ποιμνίου της Εκκλησίας, απέφευγε ταπεινοφρόνως την έκδοσή τους.
Ο Γέροντας Αιμιλιανός, στην Ωραία Πύλη του Καθολικού της Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας ευλογώντας.
Ο λόγος του Γέροντος Αιμιλιανού χαρακτηρίζεται από την βιωματική προσέγγιση των θεμάτων, την βαθειά ανάλυση των νοημάτων και το πηγαίον της εκφράσεως. Οι κατηχήσεις του αποτελούν πολύτιμη κληρονομιά και παρακαταθήκη για τους μοναχούς του· κρατήρ πεπληρωμένος «οίνου άκρατου», ο οποίος με την επ΄ εσχάτων σιωπή του κατέστη «περικεχρυσωμένος και περιηργυρωμένος», διαφυλάσσεται από τις δύο αδελφότητες ως τιμαλφέστατον κειμήλιο και εκχέεται στην Εκκλησία του Θεού ως διακονία αγάπης.
Την καταγραφή των πολυπληθών κατηχήσεων και ομιλιών του ανέλαβε η γυναικεία αδελφότης του Μετοχίου Όρμυλίας, η οποία και προέβη στην έκδοσή τους το έτος 1995, εγκαινιάζοντας την σειρά «Κατηχήσεις και Λόγοι». Στα πλαίσια της σειράς αυτής έχουν κυκλοφορήσει τέσσερεις τόμοι: Σφραγίς Γνήσια (1995), Ζωή εν Πνεύματι (1998), Αγαλλιασώμεθα τω Κυρίω (1999), Θεία Λατρεία – Προσδοκία και όρασις Θεού (2001). Παράλληλα με την ελληνική έκδοση, οι Κατηχήσεις μεταφράζονται στην γαλλική, αγγλική, ρουμανική, ρωσική και σερβική γλώσσα (σημείωση: από την ημέρα της συγγραφής του εν λόγω άρθρου έχουν εκδωθεί και άλλα βιβλία του σεβαστού Γέροντος Αιμιλιανού).
«Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν...». Ο Γέροντας κατά την είσοδο μετά την αποκαθήλωση.
Η δημοσίευση συνόλου του πνευματικού έργου του πολυφθόγγου Πατρός αποτελεί φροντίδα υϊικής αγάπης και αιωνίου ευγνωμοσύνης των τέκνων του, και αναμένεται να καλύψη σε πολλούς τόμους ποικιλία θεμάτων: ομιλίες και κηρύγματα, ερμηνεία ασκητικών Πατέρων (αββά Ησαΐου, Ησυχίου πρεσβυτέρου, Γρηγορίου Σιναΐτου, Μαξίμου του Ομολογητού, οσίου Θαλασσίου, οσίου Θεογνώστου), ερμηνεία μοναστικών κανόνων (Αντωνίου του Μεγάλου, αγίου Αυγουστίνου, αγίου Μακαρίου, αγίου Παχωμίου), μοναχικοί θεσμοί και πρακτική ζωή (μοναχισμός, μοναχικός κανών, η ζωή του μονάχου, σχέσεις Γέροντος και υποτακτικού), ερμηνεία βίων αγίων (οσίου Νείλου του Καλαβρού, οσίου Ρωμύλου), ερμηνείες Βιβλικών, υμνολογικών και θεολογικών κειμένων (ψαλμών, προφητειών, ύμνων, κ.ά.).
Η ηγουμενία του Γέροντος στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας αξιολογείται ήδη ως μία από τις ευλογημένες περιόδους της νεωτέρας ιστορίας της Μονής, για την οποία η ιδία σεμνύνεται, συμπίπτει δέ, θεομητορική προστασία, με την ευρύτερη αθρόα επάνδρωση και ακτινοβολία συνόλου του Αγίου Όρους. Όπως το διατυπώνει όμως ο ίδιος, «η μοναστική αδελφότης του Κοινοβίου, ζώσα με τον ίδιον αυτής ρυθμόν, ζη ουσιαστικώς εν τη Εκκλησία διά την Εκκλησίαν, ως η καρδία η μέλος τι σώματος, και δεν εκτιμάται από την ανάπτυξιν δραστηριότητος αλλά, κυρίως, από την εραστικήν αναζήτησιν του Θεού. Ούτως οι μοναχοί αποβαίνουν θεοειδείς, ελκύοντες και τους άλλους προς την θείαν ζωήν» (Τυπικόν Ιερού Κοινοβίου Ορμυλίας).
«Δεύτε λάβετε φώς...»
* Ευχαριστούμε τις εκδόσεις «Ίνδικτος» για την συμβολή τους στην αρτιότερη παρουσίαση του άρθρου.
** Οι φωτογραφίες του Γέροντα Αιμιαλιανού με τον Επιτάφιο, όταν ευλογεί και στο «Δεύτε λάβετε φως», είναι παρμένες από τον κ. Α. Σμαραγδή, τον οποίο και ευχαριστούμε πολύ.

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός Γιατί ενανθρώπησε ο Υιός και όχι ο Πατήρ ή το Πνεύμα



Ο Πατήρ δεν μεταπίπτει στον Υιό, παραμένει πάντα Πατήρ- ο Υιός δεν μεταπίπτει στον Πατέρα, παραμένει πάντα Υιός· το Πνεύμα δεν μεταπίπτει στον Πατέρα ή τον Υιό, παραμένει πάντα Πνεύμα άγιο. Η ιδιότητα καθενός προσώπου της Αγίας Τριάδας είναι σταθερή και αμετάβλητη. Πώς, άλλωστε, θα παρέμενε ιδιότητα αν ε­ναλλασσόταν συνεχώς περνώντας κάθε φορά σε άλλο πρόσωπο; Γι’ αυτό ο Υιός του Θεού είναι που γίνεται Υιός του ανθρώπου, για να παραμείνει ακριβώς η ιδιότητα αμετακίνητη. Γιατί, όντας Υιός του Θεού, όταν έγινε Υιός του ανθρώπου παίρνοντας σάρκα ανθρώπινη απ’ την αγία Παρθένο, δεν αλλοτριώθηκε από την υιική του ιδιότητα.
gennisi2
Ο Υιός του Θεού ενανθρώπησε για να χαρίσει ξανά στον άνθρωπο εκείνο για το οποίο δημιουργώντας τον, τον προόρισε. Τον δημιούργησε σύμφωνα με τη δική του εικόνα, διανοητή και ελεύθερο, προορισμένο να του μοιάζει, δηλαδή να είναι, όπως κι ο δημιουργός του, τέ­λεια ενάρετος, πράγμα κατορθωτό για την ανθρώπινη φύση. Γιατί οι αρετές, δηλαδή η νηφαλιότητα, η ηρεμία, η ακεραιότητα, η αγαθοσύνη, η σοφία, η δικαιοσύνη, η ανεξικακία είναι, πρωταρχικά, γνωρίσματα της θείας φύ­σης. Ο Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τον άνθρωπο σε πλήρη κοινωνία μαζί του (τον δημιούργησε για να μείνει άφθαρτος, τον ανέβασε στην αθανασία με το να τον κρα­τά κοντά του). Εμείς, όμως, αυτά τα γνωρίσματα της θείας φύσης τα αλλοιώσαμε και τα μπερδέψαμε με την παράβαση της εντολής, και περάσαμε στην παράταξη της κακίας με αποτέλεσμα να χάσουμε την κοινωνία με το Θεό. Τίς γαρ μετουσία φωτί προς σκότος; Και όταν πια στερηθήκαμε τη ζωή, πέσαμε στη φθορά του θανά­του.
Επειδή, τώρα, ο Θεός μάς πρόσφερε το ύψιστο και δεν το διαφυλάξαμε, χρειάστηκε να κατέβει αυτός ότι χείριστο, δηλαδή στη δική μας ξεπεσμένη φύση, ώστε να μας ξαναδώσει, προσφέροντας και ενεργώντας ο ίδιος, την εξομονωμένη μ’ αυτόν εικόνα και τον αρχαίο προο­ρισμό. Κι ακόμα να μας διδάξει το ενάρετο ήθος της βιωτής, αυτό το ήθος που ο ίδιος με την επίγεια ζωή του κατέστησε συγκεκριμένο και ευκολοκατόρθωτο. Κι ακό­μα να μας ελευθερώσει από τη φθορά, γέρνοντάς μας πάλι σε κοινωνία με τη ζωή, με το να ανοίξει ο ίδιος το δρόμο της δικής μας ανάστασης. Και ακόμα να ξανακάνει και­νούργιο το θρυμματισμένο κι αγνώριστο κανάτι της ύ­παρξής μας, να λύσει τα δεσμά της κυριαρχίας του δια­βόλου επάνω μας προσκαλώντας μας να αναγνωρίσουμε την κυριαρχία του Θεού. Και ακόμα να μας γεμίσει κου­ράγιο και να μας εκπαιδεύσει να πολεμούμε τον τύραννο με την υπομονή και την ταπείνωση.
Με την ενανθρώπηση, λοιπόν, του Υιού του Θεού καταργήθηκε η λατρεία των δαιμόνων, όλη η κτίση αγιά­στηκε με το θείο του αίμα, οι βωμοί και οι ναοί των ει­δώλων κατεδαφίστηκαν, ρίζωσε η γνώση του Θεού, λα­τρεύεται πια η ομοούσια Τριάδα, η άκτιστη θεότητα, ο ένας αληθινός Θεός ο δημιουργός και κυβερνήτης του σύμπαντος. Τώρα πια, πάλι, οι αρετές είναι κατορθωτός τρόπος ζωής, προσφέρθηκε η ελπίδα με την ανάσταση του Χριστού· τώρα πια οι δαίμονες τρέμουν τους ανθρώ­πους που προηγουμένως ήταν του χεριού τους.
Και το πράγματι αξιοθαύμαστο, είναι πως όλα αυτά κατορθώθη­καν με το σταυρό και τα πάθη και το θάνατο. Κηρύχθηκε σ’ όλη τη γη το Ευαγγέλιο της υποταγής στο Θεό, όχι με πολέμους και όπλα και στρατούς που σύντριβαν εχθρούς. Κηρύχθηκε από λίγους γυμνούς, φτωχούς κι αγράμμα­τους, που διώχνονταν από παντού, που δέχονταν κτυπήματα, που θανατώνονταν, που κήρυτταν ένα σταυρωμένο και νεκρό, που όμως επικράτησαν απέναντι στους σο­φούς και τους ισχυρούς γιατί ακριβώς τους ακολουθούσε η ακαταμάχητη δύναμη του σταυρωμένου. Ο θάνατος, ο πριν τρομακτικός, νικιέται, και καταδικάζεται τώρα ο α­πόβλητος και μισητός της ζωής.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της παρουσίας του Χρι­στού· αυτές είναι οι συνέπειες της επιβολής της δύναμής του. Δεν έσωσε ένα λαό, όπως ο Μωυσής που φυγάδευσε από την Αίγυπτο τους Εβραίους περνώντας τους μέσα από τη θάλασσα για ν’ απαλλαγούν από τη δουλεία του Φαραώ. Έσωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα από τη φθο­ρά του θανάτου και το γεμάτο κακία τύραννο, την αμαρτία. Και έσωσε τους ανθρώπους όλους, όχι πειθαναγκάζοντάς τους να ασκήσουν την αρετή, όχι παραχώνοντάς τους στο χώμα, όχι καίοντάς τους και διατάσσοντας να λιθοβολούνται οι αμαρτωλοί, αλλά πείθοντάς τους με πραότητα, υπομονή και συγχωρετικότητα να διαλέξουν την αρετή και να συναγωνίζονται στους κόπους γι’ αυτήν και έτσι να ικανοποιούνται. Προηγουμένως όταν αμάρταναν ετιμωρούντο με κτυπήματα κι όμως επέμεναν στην αμαρτία και την είχαν θεοποιήσει· τώρα δέχονται να υφίστανται κτυπήματα για χάρη της υπακοής στο Θεό και για χάρη της αρετής, δέχονται να κακοπάθουν και να θα­νατώνονται.
Δόξα σε σένα Χριστέ, Λόγε του Θεού και Σοφία και Δύναμη και Θεέ Παντοκράτορα. Τί να σου αντιδωρίσουμε εμείς οι άπραγοι για όλα όσα μας χάρισες; Όλα μας τα έχεις δοσμένα εσύ και τίποτ’ άλλο δε ζήτησες από εμάς παρά ν’ αποδεχτούμε τη σωτηρία που μας πρόσφερες, δίνοντάς μας ακόμα και τη δύναμη για να το κάνουμε. Και την προσπάθεια μας πάλι νιώθεις για χάρη γιατί εί­σαι απερίγραπτα αγαθός. Σ’ ευχαριστούμε, εσένα που μας έδωσες την ύπαρξη, μα και μας χάρισες την αιώνια ζωή· εσένα που  όταν την χάσαμε και την αρνηθήκαμε, μας οδήγησες πίσω σ’ αυτήν με την ενανθρώπησή σου που καμιά γλώσσα δεν τολμά να ερμηνεύσει.
(Πηγή: «Χριστούγεννα», εκδ. Ακρίτας, σ.76-81)

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Οἱ παραινέσεις τοῦ Γέροντος τῆς Παναγούδας, ἄς εἶναι Κανών ἀκριβείας, σέ ὅσους ὑπαγορεύουν τήν ἔνοχη σιωπή, ὅσο καί σέ ὅσους ἔχουν κατά νοῦν σχίσματα

Συντάκτης:
 
 ΟΙ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΟΥΔΑΣ, ΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΩΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ, ΤΟΣΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΥΠΑΓΟΡΕΥΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΟΧΗ ΣΙΩΠΗ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑ ΝΟΥΝ ΣΧΙΣΜΑΤΑ
 
«Ουδέν Εκκλησίας δυνατώτερον»  Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
 
Του   Β. Χαραλάμπους,  θεολόγου
Τούτες τις μέρες με λύπη παρακολουθήσαμε τα οικουμενιστικά ατοπήματα στην Κωνσταντινούπολη, από την επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου.  Από την μια η ένοχη ανοχή κάποιων και από την άλλη σχισματικές ακρότητες, έγιναν αφορμή για να γραφεί το κείμενό τούτο.
Κατ’ αρχή δεν θα πρέπει να ακολουθήσομε τη λανθασμένη υπόδειξη του Μητροπολίτη Λεμεσού, στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας, ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε «Οι Χριστιανοί πρέπει να κάνουν υπακοή στην Εκκλησία και να μην αντιδρούν».  Αλίμονο αν εκείνοι που ομολόγησαν την Ορθόδοξη Πίστη τους ακολουθούσαν τούτη την ανεπίτρεπτη υπόδειξη.  (Παρενθετική ερώτηση : Θα μπορούσαν ποτέ οι λόγοι τούτοι του Μητροπολίτη Λεμεσού, να συμπεριληφθούν στα επί εβδομαδιαίας βάσης αντιαιρετικά μαθήματα, που γίνονται στη Μητρόπολη Λεμεσού;)
«Αν κάποιοι επίσκοποι», ανέφερε ακολούθως «συλλειτουργήσουν με αιρετικούς ή κοινωνήσουν αιρετικούς, δεν βλάπτουν την Εκκλησία αλλά μόνον τον εαυτό τους».  Ενθυμούμαι παλαιότερα που άκουσα τον Επίσκοπο αυτόν, να ομιλεί περί οικουμενικότητας του ατομικού κακού. Τώρα πολύ διαφορετικά, δηλαδή περί ατομικότητας του (οικουμενίστικου) οικουμενικού κακού.   Τον σκανδαλισμό των πιστών γιατί τον αγνοεί;   Φυσικά η ιδιοτελής υποστήριξη των λόγων του Επισκόπου αυτού δεν επιδέχεται πολλές αμφισβητήσεις.
Ακολούθησε η υπόδειξη Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανασίου «Το ζητούμενο είναι να στηρίζεις τους Επισκόπους, ασχέτως με το τι θα κάνουν αυτοί».  Αλίμονο αν στην Ορθόδοξη Εκκλησία ακολουθούσαν οι πιστοί τους Επισκόπους στις εκπτώσεις της Αληθείας και προτιμούσαν την ένοχη σιωπή.  Οι βίοι και λόγοι των Ομολογητών Αγίων μας διαψεύδουν τον Επίσκοπο αυτόν. 
«Όσοι κατακρίνουν τις πράξεις των Πατριαρχών και Επισκόπων»  συνέχισε ο Επίσκοπος, «όσοι στηλιτεύουν και καταδικάζουν τις πράξεις τους, αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία». 
Την παραβίαση του ΛΓ΄ Κανόνος της εν Λαοδικεία Συνόδου «Ου δει αιρετικούς ή σχισματικούς συνεύχεσθαι», έπρεπε να ακολουθήσει ένοχη σιωπή; 
«Επόνεσα κι εγώ» έγραφε ο Γέροντας Παΐσιος «σαν τέκνον Της και εθεώρησα καλόν, εκτός από τις προσευχές μου, να στείλω κι ένα μικρό κομματάκι κλωστή (που έχω σαν φτωχός μοναχός), δια να χρησιμοποιηθή κι αυτό…».  Ο Ομολογητής Γέροντας της Παναγούδας δεν παρέλειψε να ελέγξει τον Πατριάρχη, καταλογίζοντας μάλιστα ως αίτιο του οικουμενιστικού ολισθήματός του την κοσμική αγάπη. Ο Γέροντας Παΐσιος δεν αγαπούσε την Εκκλησία, στέλνοντας την ελεγκτική επιστολή για τον Πατριάρχη στον «Ορθόδοξο Τύπο»;
Από την άλλη τις μέρες τούτες παρουσιάστηκε και το πρόβλημα της άλλης ακρότητας που κατ’ ουσία σε σχίσματα οδηγεί.   Οι συμβουλές του Γέροντος Παϊσίου, για όσους εταλαιπωρούντο, από αυτή την εκκλησιολογική αδιακρισία του σχίσματος παλαιότερα, ήταν έκφραση κατάδηλος από την αλληλοπεριχώρηση αγάπης και αληθείας.
«Αυτοί οι καημένοι ξεκόπηκαν», ήταν η έκφραση λύπης του Γέροντος Παϊσίου, για όσους ακολούθησαν το Παλαιοημερολογιτικό Σχίσμα.  Θεώρησαν τις 13 ημέρες θέμα δογματικό και όλους εμάς πλανεμένους και έφυγαν από την Εκκλησία», έλεγε με πόνο ο Γέροντας Παΐσιος.  Προσευχόταν και πονούσε ο Γέροντας Παΐσιος, για τους αποσχιθέντες παλαιοημερολογίτες.  «Όλο κομματιάζονται και αλληλοαναθεματίζονται και αλληλοαφορίζονται και αλληλοκαθαιρούνται», έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, για να καταλήξει με την έκφραση πόνου, γι αυτή τους την κατάντια, «δεν ξέρεις πόσο έχω πονέσει και πόσο έχω προσευχηθεί γι αυτό το θέμα».  
«Ουδέν ούτω παροξύνει τον Θεόν, ως το Εκκλησίαν διαιρεθήναι», λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Εις την Προς Φιλαδελφείς 3,3 επιστολή του ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος αναφέρει «ει τις σχίσματι ακολουθεί, βασιλείαν Θεού ου κληρονομεί».
Έχω τη άποψη αφού οι ακολουθούντες τις δύο ακραίες αυτές τάσεις, εκτιμούν τον Γέροντα Παΐσιο, ας ακολουθήσουν τις παραινέσεις του, τόσο για την αποφυγή της  ένοχης σιωπής, όσο και για τη αποφυγή δημιουργίας σχισμάτων.
  http://aktines.blogspot.gr/2014/12/blog-post_5.html

Ἡ σχέση Ἁγίας Γραφῆς καί ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ, Σεβ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου Βλάχου

 
 Από το βιβλίο: «Η Αποκάλυψη του Θεού» Β΄ Έκδοση 1991. Εκδόσεις Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας) σελ.  20-29.
 Πολλοί Χριστιανοί, επηρεασμένοι από τον Προτεσταντισμό, συνηθίζουν να ονομάζουν μερικές φορές την Αγία Γραφή: «λόγο του Θεού», «Θεία αποκάλυψη», «πηγή της πίστεως», κλπ. Το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο «Η Αποκάλυψη του Θεού», με εκτενείς παραθέσεις από τους μεγαλύτερους συγχρόνους θεολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και από αγίους, δίνουν την Ορθόδοξη θεώρηση τόσο της Αγίας Γραφής, όσο και της Θείας Αποκάλυψης.
 Όταν λέμε Αγία Γραφή εννοούμε τα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης που εγράφησαν από τους Προφήτες, Ευαγγελιστές και Αποστόλους. Όπως γνωρίζουμε η δημιουργία του Κανόνος της Καινής Διαθήκης, που ιδιαίτερα μας απασχολεί, έχει μια μακρά ιστορία. Τα κείμενα της Καινής Διαθήκης είναι κείμενα περιστασιακά, εγράφησαν σε διαφόρους καιρούς και για έναν ορισμένο σκοπό. Το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο προοριζόταν για τους τελείους Χριστιανούς, τους βαπτισμένους, ενώ τα τρία αλλά Ευαγγέλια προορίζονταν κυρίως για τους κατηχουμένους.
Γράφει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, καθηγητής Πανεπιστημίου: «Εις την Εκκλησίαν ο πιστός ως κατηχούμενος διέβαινε πρώτον το στάδιον της καθάρσεως καθ’ ό εδιδάσκετο να διακρίνη μεταξύ τών ενεργειών τού Θεού και των κτισμάτων και δη τού διαβόλου και να συνεργάζεται ούτω με τον Θεόν διά την κατατρόπωσιν της ατελείας και επίτευξιν της τελειότητος βάσει της Παλαιάς Διαθήκης και τών ευαγγελίων τού Μάρκου, Λουκά και Ματθαίου κυρίως.Εν συνεχεία εβαπτίζετο γενόμενος νεοφώτιστος και εδιδάσκετο από το Πάσχα μέχρι της Πεντηκοστής τα μυστήρια της βασιλείας τού Χριστού βάσει τού ευαγγελίου τού Ιωάννου, και εστερεοποιείτο εις το στάδιον τού φωτισμού και ηδύνατο να προχώρηση υπό την καθοδήγησιν δεδοκιμασμένου γέροντος εις το στάδιον της θεώσεως ή ενώσεως ή θέας ή θεωρίας, δηλαδή εις τα ανώτερα εν τη ζωή ταύτη στάδια της τελειώσεως καθ’ α μετέχει ακόμη διά της οράσεως εις την δόξαν και βασιλείαν τού Θεού» (Ιωάννη  Σ.  Ρωμανίδη:   Ρωμηοσύνη,   εκδ.   Πουρνάρα,   Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 308, σημ. 59).
Και οι επιστολές τού Αποστόλου Παύλου εγράφησαν και εστάλησαν στις εκκλησιαστικές κοινότητες για να επιλύσουν σοβαρά θέματα που τις απασχολούσαν. Δεν είχαν πρόθεση οι Απόστολοι να παρουσιάσουν συστηματικά την διδασκαλία την όποια παρέλαβαν από τον Θεό, γι’ αυτό και η Αποκάλυψη δεν ταυτίζεται απολύτως με την Αγία Γραφή, όπως θα παρατηρηθή κατωτέρω. Υπάρχουν θέματα τα οποία, λόγω τού ότι δεν αντιμετωπίσθηκαν ως προβλήματα, δεν γράφονται μέσα στην Καινή Διαθήκη. Στο σημείο αυτό στηρίζονται οι Πατέρες, και ιδίως ο Μ. Βασίλειος, που κάνει λόγο για την Παράδοση που παραλάβαμε και είναι ισοστάσια με την Γραφή.
Η άποψη ότι η Αποκάλυψη είναι ο λόγος τού Θεού, που προσφέρει την γνώση όλων τών μυστηρίων και ότι η Αγία Γραφή δεν ταυτίζεται απολύτως με τον λόγο τού Θεού, και ακόμη ότι αυτή η Αποκάλυψη παραδίδεται με «ρητά και με νοήματα», διδάσκεται από πολλούς αγίους Πατέρες. Όμως στο σημείο αυτό θέλω να παρουσιάσω την διδασκαλία τού αγίου Συμεών τού Νέου Θεολόγου, όπως την εκθέτει στον Γ΄ ηθικό του λόγο (SC 122, σελ. 390-440). Η διδασκαλία αυτή είναι πολύ εκφραστική.
Ο άγιος Συμεών, εξηγώντας το τι ακριβώς είναι τα άρρητα ρήματα που άκουσε ο Απόστολος Παύλος, όταν ηρπάγη στον Παράδεισο, γράφει τα ακόλουθα αξιοπρόσεκτα για όσα θίγονται στο σημείο αυτό.
Ο Θεός αποκαλύπτει τον Εαυτό Του και γενικά όλα τα μυστήρια της Βασιλείας Του στην ψυχή τού ανθρώπου. Η λογική και αθάνατη ψυχή είναι μία. Και αυτή η ψυχή «πάσα αίσθησις έστιν, εν εαυτή δηλαδή πάσας εί τινες εισίν έχουσα» (σελ. 404). Όλες οι αισθήσεις της ψυχής είναι μία και εκεί γίνεται αυτή η φανέρωση τού Θεού. Έτσι ο ένας Θεός «τη μια και λογική ψυχή δι’ αποκαλύψεως οφθήσεται, παν αγαθόν ταύτη αποκαλύπτεται και δια πασών τών ταύτης αισθήσεων ομού εν τω αυτώ οράται τούτο αυτή, βλέπεται και ακούεται, και γλυκαίνει το γευστικόν και το οσφραντικόν ευωδιάζει, ψηλαφάται, γνωρίζεται, λαλεί και λαλείται, γινώσκει, επιγινώσκεται και ό,τι γινώσκει νοείται» (σελ. 404). Ο Θεός, επομένως, αποκαλύπτει «παν αγαθόν» στην ψυχή τού ανθρώπου, φανερώνει όλα τα μυστήρια της Βασιλείας Του και ο άνθρωπος αποκτά υπαρξιακή γνώση και εμπειρία τού Θεού. Και εκείνος που ορά τον Θεό γνωρίζει καλά «ότι ορά τούτον ο Θεός» (σελ. 404).
Η Αποκάλυψη, κατά την διδασκαλία τού αγίου Συμεών, ταυτίζεται και συνδέεται με την έλλαμψη. Και αυτή η έλλαμψη γίνεται δια τού Αγίου Πνεύματος. Ο Προφήτης «δια της τού Πνεύματος ελλάμψεως ήτοι αποκαλύψεως τον Κύριον ημών πάντως και Υιόν τού Θεού» επιγινώσκει, «και δια της εξ αυτού υπηχήσεως αύθις τα περί της οικονομίας αυτού» διδάσκεται, «οιονεί την περί αυτού διδασκαλίαν ην εκείθεν» μανθάνει «ιδιοποιησάμενος» (σελ. 406). Γι’ αυτό τονίζουμε ότι η πλήρης Αποκάλυψη των αληθειών της Πίστεως δόθηκε την ημέρα της Πεντηκοστής στους Αγίους Αποστόλους και ακόμη ότι κάθε νέα θεωρία τού Θεού από τους αγίους είναι ουσιαστικά βίωση της Πεντηκοστής. Έτσι η ύψιστη μορφή της Αποκαλύψεως είναι η Πεντηκοστή, όταν δηλαδή ο άνθρωπος με την δύναμη και ενέργεια τού Παναγίου Πνεύματος γνωρίζη τον Θεό και ενώνεται μαζί Του.
Η Αποκάλυψη αυτή στον άνθρωπο λέγεται έλλαμψη και θεωρία. Και αυτή η θεωρία προσπορίζει στον άνθρωπο την αληθινή γνώση τού Θεού. Όλες οι εσωτερικές πνευματικές αισθήσεις αποκτούν αυτήν την γνώση τού Θεού. Επομένως η γνώση τού Θεού δεν είναι μια κίνηση και ενέργεια της λογικής, αλλά μια κοινωνία όλης της ψυχής και αυτού ακόμη τού σώματος με τον Θεό. Γι’ αυτό οι άγιοι, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, αποκαλούν «την θεωρίαν γνώσιν και την γνώσιν πάλιν θεωρίαν», καθώς επίσης αποκαλούν «την ακοήν όρασιν και την όρασιν ακοήν» (σελ. 404). Έτσι η όραση τού Θεού είναι και ακοή και η ακοή τού Θεού είναι και όραση τού Θεού. Στην Μεταμόρφωση τού Χριστού πάνω στο όρος Θαβώρ και η ακοή τής φωνής τού Θεού «ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός» ήταν θεωρία τού Θεού. Όραση (θεωρία) και ακοή τίθενται εναλλάξ στην Αγία Γραφή. «Ούτω τοίνυν η θεία Γραφή και την θεωρίαν τού Θεού ακοήν και την ακοήν αντί θεωρίας συνήθως τίθησιν» (σελ. 406). Και αυτή η ακοή και η θεωρία είναι γνώση. «Ώστε ακοήν την εν τη θεωρία τής δόξης τού Πνεύματος εγγινομένην ομού διδασκαλίαν και γνώσιν λέγει» (σελ. 406).
Η Αποκάλυψη όμως τού Θεού δεν προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους, όπως δίδεται η ευκαιρία σε πολλά σημεία τού βιβλίου αυτού να υπογραμμίσουμε, αλλά μόνον σε όσους είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι να δεχθούν αυτήν την έλλαμψη και γνώση τού Θεού. Αναλύοντας ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος την παραβολή τού Χριστού, σύμφωνα με την οποία εξεδιώχθη από τον γάμο ο μη έχων ένδυμα γάμου, γράφει ότι με αυτό έδειξε ο Κύριος «ότι ουδείς εκεί μελανηφορών εισελεύσεται» (σελ. 414). Το ότι εισήλθε και στην συνέχεια εξεβλήθη έξω δεν σημαίνει ότι έκανε λάθος ο αλάθητος, «αλλ’ ότι ούπω καιρός ην αποκαλύψαι τα τοιαύτα μυστήρια» (σελ. 416). Μόνον οι άξιοι, οι καθαρθέντες, είναι δεκτικοί αυτής τής Αποκαλύψεως, γιατί, όπως υπογραμμίζει ο άγιος Συμεών, οι ελλάμψεις «τοις αξίοις εκφαντικώτερόν τε και τρανότερον» αποκαλύπτονται (σελ. 400).
Ο λόγος και τα ρήματα που άκουσε ο Απόστολος Παύλος, κατά τον άγιο Συμεών, είναι «αι μυστικαί και επ’ αληθώς ανέκφραστοι δια τής ελλάμψεως τού αγίου Πνεύματος, θεωρίαι τε και υπερμεγαλοπρεπείς άγνωστοι γνώσεις, ειτ’ ουν αθέατοι θεωρίαι τής υπερφώτου και υπεραγνώστου τού Υιού και Λόγου τού Θεού δόξης τε και θεότητος» (σελ. 398-400). Έτσι λόγος και ρήματα είναι αυτή η ίδια η Αποκάλυψη, η οποία ταυτόχρονα είναι και άγνωστη γνώση και ανέκφραστοι, «αθέατοι θεωρίαι τής υπερφώτου και υπεραγνώστου» θεότητος τού Χριστού.
Αυτός όμως ο λόγος και τα ρήματα, που είναι η θεία Αποκάλυψη, είναι άφραστα. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, είναι σαφής όταν τονίζη ότι «το ρήμα τού Θεού και ο λόγος αυτού, δια τού στόματος αυτού εξερχόμενος (δηλαδή δια τού Αγίου Πνεύματος) άφραστος εστι παντελώς ανθρωπίνη γλώσση και ακοή σαρκίνη πάντη αχώρητος, ου μόνον δε, αλλά και εις την αίσθησιν αυτής μη δυνάμενος ελθείν, τής αισθήσεως δηλονότι μη ισχυούσης αισθανθήναι τα υπέρ αίσθησιν» (σελ. 396). Ο λόγος, λοιπόν, και το ρήμα είναι άφραστα. Δεν μπορούν τελείως να εκφρασθούν. Με άλλα λόγια οι Αποκαλύψεις τού Αγίου Πνεύματος δεν μπορούν στην τελειότητα να διατυπωθούν με «ρήματα» και «νοήματα». Γι’ αυτό τονίζει ο άγιος ότι «ουδέ εν των βλεπομένων η ακουσμένων, καθώς ταύτα ορά και ακούει, οίον εστι και οία ειπείν ποτέ δύναται. Δια τούτο και γλώσση ταύτα λαλήσαι αδύνατον είναι προσέθηκεν» (σελ. 408).
Με όλα αυτά φαίνεται καθαρά ότι η Αγία Γραφή δεν είναι λόγος τού Θεού. Δεν ταυτίζεται ο λόγος του Θεού πλήρως με την Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή είναι λόγος περί τού λόγου τού Θεού, αφού ο λόγος και το ρήμα είναι αυτή η ίδια η Αποκάλυψη και η Αποκάλυψη είναι αδύνατον να εκφρασθή τελείως. Η Αγία Γραφή δεν είναι Αποκάλυψη, αλλά λόγος περί της Αποκαλύψεως. Δεν είναι Πεντηκοστή, αλλά λόγος περί της Πεντηκοστής. Βεβαίως η Αγία Γραφή περιλαμβάνει «ρήματα και νοήματα», αλλά η Αποκάλυψη, που δέχεται κάθε άγιος κατά την θεωρία τού Θεού, είναι υπερτέρα της Αγίας Γραφής. Το ίδιο γίνεται, όπως θα σημειωθή πιο κάτω, και στους όρους των Οικουμενικών Συνόδων. Η εμπειρία των αγίων είναι υπερτέρα των όρων και αυτών ακόμη τών Οικουμενικών Συνόδων. Έτσι, όπως υπογραμμίζεται πολλές φορές στο βιβλίο αυτό, η Αγία Γραφή δεν είναι πηγή της πίστεως, γιατί πηγή της πίστεως είναι η εμπειρία και η Αποκάλυψη, που δέχονται οι άγιοι, και επομένως η Αγία Γραφή δεν μπορεί να ερμηνευθή έξω από την εμπειρία τών θεουμένων αγίων, αυτών δηλαδή που εδέχθησαν και δέχονται στην προσωπική τους ζωή την Αποκάλυψη και έτσι γνώρισαν όλα τα μυστήρια της Βασιλείας τού Θεού. Αυτοί είναι άξιοι και δεκτικοί της Αποκαλύψεως.
Ο π. Αθανάσιος Γιέβτιτς γράφει εκφραστικά: «Το κείμενο της Αποκαλύψεως δεν είναι «πηγή» της θεολογίας. Είναι μόνο η θεόπνευστη, έλλογη μαρτυρία περί τού οραθέντος και βιωθέντος και γνωσθέντος, κατά το μέτρο της πίστεως και δεκτικότητος της ζώσης προσωπικότητος η οποία περί αυτού μαρτυρεί και τών ζωντανών προσώπων στα οποία η μαρτυρία αυτή απευθύνεται» (Σύναξη τεύχος 3 σελ. 19).
Ο καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης σημειώνει γι’ αυτό το σημείο: «Η ιδέα ότι η Γραφή δύναται να ταυτισθή προς την αποκάλυψιν είναι ου μόνον γελοία από πατερικής απόψεως, αλλά και καθαρά αίρεσις. Η Γραφή δεν είναι αποκάλυψις, αλλά λόγος περί της Αποκαλύψεως. Η Γραφή είναι το μοναδικόν κριτήριον της αυθεντικής (γνησίας) Αποκαλύψεως, αλλ’ η αποκάλυψις δεν περιορίζεται, ακόμη και χρονικώς, εις την Γραφήν. Η Πεντηκοστή είναι η τελική και υψίστη μορφή της Αποκαλύψεως, ότε το Άγιον Πνεύμα ωδήγησε τους αποστόλους εις πάσαν την αλήθειαν, ως επηγγέλθη τούτο ο Χριστός, αλλ’ η Πεντηκοστή δεν είναι γεγονός άπαξ λαβόν χώραν εν τη ιστορία, αλλά συνεχιζόμενη εμπειρία και συμμετοχή εντός της Εκκλησίας εις τον δοξασμόν τού Χριστού και υπό τού Χριστού χορηγηθέντα ως δώρον εις εκείνους, οίτινες επέτυχον διαφόρους βαθμούς τελειότητος δια της μεταβάσεώς των από της καθάρσεως εις τον φωτισμόν, όστις καταλήγει εις υψηλοτέρας μορφάς θεωρίας, τ. ε. εις την θέωσιν ή την δόξαν.
Άλλαις λέξεσιν, η εμπειρία των αποστόλων κατά την Πεντηκοστήν μεταδίδεται ως ο πυρήν της παραδόσεως από γενεάς εις γενεάν κατά τοιούτον τρόπον, ώστε η Ορθόδοξος Εκκλησία κατέχει εν τω μέσω της ζώντας μάρτυρας τού εν Χριστώ δοξασμού, οίτινες δια τούτο έχουν την κατά το δυνατόν πλήρη κατανόησιν της Αποκαλύψεως της δόξης τού Θεού εν Χριστώ, τόσον εν τη Παλαιά, όσον και εν τη Καινή Διαθήκη.
Η Γραφή καθ’ εαυτήν δεν αποτελεί την άκτιστον δόξαν τού Θεού εν Χριστώ, και επομένως η Γραφή δεν είναι αποκάλυψις. Η Γραφή δεν είναι π.χ. Πεντηκοστή, αλλ’ ομιλεί περί της Πεντηκοστής. Ουχ ήττον ο δοξασμός των προφητών, τών αποστόλων και τών αγίων εν τη ανθρωπίνη φύσει τού Χριστού είναι η Πεντηκοστή εις διαφόρους βαθμίδας και επομένως είναι αποκάλυψις. Η Πεντηκοστή είναι δια τον άνθρωπον η τελική μορφή τού δοξασμού εν Χριστώ, ουχί μόνον μεταγενεστέρα εμπειρία, αλλά μάλλον συνεχής εμπειρία εντός της Εκκλησίας, περιλαμβάνουσα λέξεις και εικόνας, ενώ ταυτοχρόνως υπερβαίνει τας λέξεις και τας εικόνας. Άλλαις λέξεσι, περιλαμβάνει το σώμα, τον νουν και τας διανοητικάς δυνάμεις, αλλά συγχρόνως και τας υπερβαίνει τελείως. Δια τούτο ακριβώς η εμπειρία της Πεντηκοστής, ήτις υπερβαίνει τας λέξεις, τας εικόνας, το σώμα και τον νουν, δεν δύναται να συλληφθή ή εκφρασθή δια λέξεων. Επομένως, η σημαντικωτέρα όψις της πεντηκοστιανής Αποκαλύψεως δεν δύναται να ταυτισθή προς την Γραφήν, ήτις αποτελείται εκ λέξεων και εικόνων εννοιοφόρων. Δια τούτο και η εμπειρία της Πεντηκοστής εμπεριέχεται εις την Γραφήν και συγχρόνως υπερβαίνει την Γραφήν, εφ’ όσον αυτή δεν αποτελή την πεντηκοστιανήν αποκάλυψιν τής δόξης τού Θεού εν Χριστώ δι’ Αγίου Πνεύματος καθ’ εαυτήν». (Καθ. Ιωάννη Ρωμανίδη: Κριτική θεώρησις τών εφαρμογών τής Θεολο­γίας εις Πρακτικά τού Β’ Συνεδρίου Ορθ. Θεολογίας, σελ. 419-420).
Ο Αρχιεπίσκοπος Σινά παρατηρεί: «Η Αγία Γραφή γράφηκε από τους θεούμενους, στους οποίους αποκαλύφθηκε από τον Θεό η ορθή πίστη.
Η Παλαιά Διαθήκη περιέχει τις ενέργειες τού Λόγου προ τής σαρκώσεώς Του. Η Καινή Διαθήκη περιέχει τις ενέργειες τού Λόγου ύστερα από τη σάρκωσί Του, όπως επίσης και τη διδασκαλία και τα θαύματά Του.
Η ίδια η Αγία Γραφή δεν είναι η «αποκάλυψη» τού Θεού, γιατί αυτή γίνεται μόνο στους θεούμενους. Είναι βιβλίο «περί τής αποκαλύψεως». Δεν είναι ο λόγος τού Θεού, όπως λένε οι προτεστάντες. Είναι βιβλίο «περί τού λόγου τού Θεού», διότι περιέχει την ορθή πίστη όπως την παραδίνουν οι θεούμενοι, οι οποίοι έτυχαν των θείων αποκαλύψεων αμέσως. Είναι, λοιπόν, η Αγία Γραφή μαρτυρία «περί τής αποκαλύψεως».
Όπως όλα τα αλλά «κτιστά ρήματα και νοήματα» είναι θεόπνευστα, έτσι και η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστος και απλανής οδηγός τού λαού τού Θεού στη θέωση. Είναι θεόπνευστη η Αγία Γραφή γιατί γράφηκε από θεοπνεύστους συγγραφείς, τους θεουμένους. Τα συγγράμματα τών αγίων Πατέρων είναι θεόπνευστα, γιατί γράφηκαν από θεόπνευστους και θεοφόρους αγίους Πατέρες. Οι αποφάσεις τών Συνόδων είναι θεόπνευστες γιατί πάρθηκαν από θεόπνευστους και θεοφόρους Πατέρες, από θεουμένους, από Αγίους» (Αρχιεπ. Σινά Δαμιανού: «Ορθοδοξία και Παράδοσις» εις «Εκκλησιαστική Αλήθεια» 85/16-4-1980).
Φαίνεται καθαρά από όσα παρετέθησαν ότι η Αγία Γραφή περιγράφει την εμπειρία της θεώσεως, η όποια και περιγραφόμενη παραμένει άρρητη. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Μη πολυπραγμόνει τοίνυν, αλλ’ έπου τοις πεπειραμένοις, μάλιστα μεν έργοις, ει δε μη τούτοις, τοις λόγοις γουν, αρκούμενος ταις παραδειγματικαίς εκφάνσεσιν αυτής. η γαρ θέωσις υπερώνυμος. Διό και ημείς πολλά περί ησυχίας συγγραψάμενοι, νυν μεν τών πατέρων προτρεψάντων, νυν δε τών αδελφών αιτησαμένων, ουδαμού περί θεώσεως αναγράψαι τεθαρρήκαμεν νυν δ’ επείπερ ανάγκη λέγειν, ερούμεν, ευσεβή μεν τη τού Κυρίου χάριτι, παραστήσαι δε ουχ ικανά. και λεγομένη γαρ άρρητος εκείνη μένει, μόνοις ενώνυμος, κατά τους πατέρας φάναι, τοις ευμοιρηκόσιν αυτής» (Γρηγορίου Παλαμά: Συγγράμματα, εκδ. Παναγιώτου Χρήστου, Τόμος Α’, σελ. 644).
Ελέχθη προηγουμένως ότι και ο απαρτισμός τού Κανόνος της Καινής Διαθήκης έχει μια ιστορία. Από τους Αποστόλους και τους Ποιμένας τής Εκκλησίας δεν καταβλήθηκε απ’ αρχής καμιά προσπάθεια να συγκεντρώσουν σ’ έναν τόμο τα κείμενα τής Καινής Διαθήκης. Αυτό έγινε μεταγενέστερα. Παρά ταύτα η Εκκλησία ζούσε και οι Χριστιανοί τών πρώτων εκκλησιαστικών κοινοτήτων είχαν όλη την εμπειρία τής Πεντηκοστής. Σχετικά με τον Κανόνα τής Καινής Διαθήκης γράφει ο καθηγητής Σάββας Αγουρίδης: «Η ιστορία τον Κανόνος τής Κ.Δ. παρουσιάζει ορισμένα δυσχερή αλλά και άκρως ενδιαφέροντα προβλήματα. Η ιστορία τού Κανόνος έχει αναμφιβόλως αρχήν, η δε αρχή αυτή, κατά την κρατούσαν σήμερον άποψιν, είναι η συλλογή τών Επιστολών τον Αποστόλου Παύλου. Αναγνωρίζεται επίσης υπό πάντων, ότι περί τα τέλη τού τετάρτου αιώνος μ.Χ. ο κανών τών γνωστών 27 βιβλίων της Κ. Διαθήκης είχε πλέον αποτελεσθή. Τι συνέβη όμως κατά την μεταξύ τών δύο τούτων ορίων περίοδον; Η ιστορία τού Κανόνος κατά την εν λόγω περίοδον εγείρει ορισμένα προβλήματα, η εξέτασις τών οποίων είναι δύσκολος και η λύσις έτι δυσχερεστέρα. Ιδού μερικά τοιαύτα προβλήματα: Εις ποίον ακριβώς σημείον της περιόδου αυτής ανεφάνη η ιδέα τού Κανόνος της Κ. Διαθήκης; Ποία ήτο η σύνθεσις τού πρώτου αυτού κανόνος; Η ιδέα αυτή τού Κανόνος της Κ.Δ. ήτο προϊόν εξελίξεως η ανεφάνη αιφνιδίως; Υποστηρίζεται υπό πολλών ερευνητών ότι εις τον Ιουστίνον, τον φιλόσοφον και μάρτυρα, περί το 150 εν Ρώμη, απουσιάζει η έννοια τού κανόνος. Μετά είκοσιν όμως η τριάκοντα έτη, εις τον Ειρηναίον ο Κανών της Κ. Διαθήκης είναι μία πραγματικότης. Εάν το πράγμα έχη ούτως, διερωτάται τις τι ακριβώς συνέβη μεταξύ 150 και 180 μ.Χ. εν σχέσει προς τον Κανόνα; Ποία ακριβώς στάδια ηκολούθησεν η ιστορική πορεία τού κανόνος μέχρι τού τέλους τού 4ου αιώνος;» (Σάββα Αγουρίδη: Εισαγωγή εις την Κ. Διαθήκην, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 58).
Από όσα παρετέθησαν καθίσταται σαφές ότι η Εκκλησία συγκρότησε τον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, και μάλιστα μέσα σε μια μεγάλη περίοδο, αυτή ξεχώρισε τα κείμενα και παρέλαβε όσα εκείνη νόμισε. Γι’ αυτό το θέμα θα μιλήσουμε πιο κάτω. Εδώ πρέπει να υπογραμμισθή δεόντως ότι η Αγία Γραφή μόνη της δεν είναι η μοναδική «πηγή» της πίστεως. Απλώς περιλαμβάνει κείμενα αυθεντικά που περιγράφουν την εμπειρία την οποία έχουν οι άγιοι συγγραφείς τών κειμένων και μάλιστα όχι όλη την εμπειρία, αλλά αυτήν που σχετίζεται με τα προβλήματα που απασχολούσαν τους Χριστιανούς τών εκκλησιαστικών κοινοτήτων.
 http://www.oodegr.co/oode/grafi/th_apokal1.htm

Εκοιμήθη ο "άγιος" των φυλακισμένων


Σύμφωνα με πληροφορίες, εκοιμήθη σήμερα σε ηλικία 73 ετών ο Αρχιμανδρίτης Μάρκος Μάνωλης, γνωστός ως «Άγιος των φυλακισμένων».
Ο πατέρας Μάρκος από την Κυριακή των Βαϊων και λίγο πριν το πέρας της Θείας λειτουργίας , κατέρρευσε και μεταφέρθηκε εσπεσμένα στο 401 Νοσοκομείο, όπου παρέμεινε όλες αυτές τις μέρες.
Να αναφερθεί, ότι σήμερα το βράδυ η σωρός του πατρός Μάρκου θα μεταφερθεί στον Άγ. Γεώργιο Διονύσου όπου θα τελεστεί αγρυπνία.
Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες η κηδεία του θα γίνει αύριο στις 15:00 στον Άγιο Διονύσιο στο Διόνυσο.
Ο πατέρας Μάρκος για περισσότερα από είκοσι χρόνια περνούσε την πύλη των Φυλακών Ανηλίκων Αυλώνας, για να εξομολογήσει και να τελέσει θεία Λειτουργία.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο 73χρονος ιερέας έχει συνομιλήσει με ορισμένους από τους πιο «διάσημους» κρατουμένους των ελληνικών φυλακών, όπως ο Μανώλης Δημητροκάλης που βρέθηκε στη φυλακή για την «υπόθεση των σατανιστών» και ο Κώστας Πάσσαρης που σε μικρή ηλικία πέρασε από τις Στρατιωτικές Φυλακές Αυλώνα.
«Προσπαθούμε να βοηθήσουμε και να στηρίξουμε τους νέους γιατί ζητάνε τη μετάνοια. Δεν πρέπει να παραμελούμε τους συνανθρώπους μας και πόσο μάλλον τα νεαρά παιδιά που έχουν ανάγκη τη φροντίδα και την αγάπη περισσότερο απ' όλους μας», έλεγε στην τελευταία του συνέντευξη στην εφημερίδα «Espresso».
Αιωνία του μνήμη!




πηγή
http://www.romfea.gr/

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/04/blog-post_17.html#ixzz3MXramnUI

Το όνομα Ρωμηός και η ιστορική του σημασία


του π. Γεωργίου Μεταλληνού

Για το όνομα Ρωμηός (= Ρωμαίος) υπάρχει μεγάλη σύγχυση, σ’ εκείνους φυσικά που ερασιτεχνικά ασχολούνται με την ιστορία, ενώ όσοι έχουν τις επιστημονικές προϋποθέσεις μπορούν να κατανοήσουν την έννοια και ιστορική σημασία των εθνικών μας ονομάτων.
Το όνομα «Έλλην» είναι το κυριότερο όνομα του έθνους των Ελλήνων. Η έννοιά του όμως ποικίλλει κατά περιόδους και άλλοτε είναι φυλετική και άλλοτε εθνική ή πολιτιστική ή θρησκευτική, στους τελευταίους δε αιώνες καθαρά εθνική. Είναι όμως γεγονός, ότι (κατά τον Αριστοτέλη) αρχαιότερο είναι το όνομα Γραικός για το έθνος μας και με αυτό μας ονόμαζαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι. Από τον 8ο όμως αιώνα (Καρλομάγνος και το περιβάλλον του) το ανατολικό μέρος της αυτοκρατορίας («Βυζάντιο») ονομαζόταν Γραικία και οι κάτοικοί της Γραικοί, αλλά με μειωτική έννοια (αιρετικοί και κίβδηλοι). Το υβριστικό αυτό υπόβαθρο διατήρησε το όνομα αυτό στα χείλη των δυτικών, ως τον αιώνα μας. Ενώ, λοιπόν, καυχώμεθα και για το όνομα μας αυτό (Γραικοί), όταν χρησιμοποιείται σε δυτικά κείμενα (παλαιότερα), πρέπει να γνωρίζουμε την αληθινή του σημασία.
Το όνομα Γραικός στη Δύση, από τον 8ο αιώνα, δηλώνει τον μη γνήσιο Ρωμαίο, διότι το όνομα Ρωμαίος διεκδικούσε ο φραγκολατινικός κόσμος. Το 962 ιδρύθηκε από τους απογόνους του Καρλομάγνου, του μεγαλύτερου εχθρού του Ελληνισμού, η «Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους», υποκαθιστώντας (θεωρητικά) την Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης Κωνσταντινουπόλεως. Η Ενωμένη Ευρώπη, υπό την (πραγματική) ηγεσία της Γαλλίας (Φραγκιάς) και της Γερμανίας (Τευτονίας), δηλαδή των φραγκολατινικών εθνοτήτων (οι σημερινοί Άγγλοι είναι οι Νορμανδοφράγκοι και οι λαοί της Κεντρικής Ευρώπης οι Λομβαρδοφράγκοι), δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τη διάλυση της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης – Ρωμανίας. Ρωμανία ονομαζόταν η αυτοκρατορία, που εκτεινόταν αρχικά σ’ Ανατολή και Δύση.
Είναι γεγονός, ότι το όνομα Ρωμαίος γενικεύθηκε στην (αρχαία) Ρωμαϊκή αυτοκρατορία το 212 (Constitutio Antoniniana του Καρακάλλα). Από το 330 όμως (εγκαίνια Νέας Ρώμης) η αυτοκρατορία γίνεται Χριστιανική και ελληνική (πλήρης εξελληνισμός από τον Ιουστινιανό ως τον Ηράκλειο, 6-7ος αι. ). Μη λησμονούμε, ότι και η Παλαιά Ρώμη (της Ιταλίας) έλαβε όνομα ελληνικό (Ρώμη), τον 4ο δε αιώνα π. Χ. Ονομαζόταν «πόλις ελληνίς» (Ηρακλείδης ο Ποντικός). Το 330 η νέα πρωτεύουσα της νέας Χριστιανικής αυτοκρατορίας (Μ. Κωνσταντίνος) ονομάσθηκε (όχι Κωνσταντινούπολη, αλλά) Νέα Ρώμη, διότι η Παλαιά Ρώμη μεταφέρθηκε ολόκληρη στην ελληνική Ανατολή (Translatio Urbis). Το όνομα Κωνσταντινούπολις θα της δοθεί ταυτόχρονα προς τιμήν του ιδρυτού της. Στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (380, κανόνας γ’) και στην Δ΄ (451, καν. 28) λέγεται ρητά, ότι «εικότως» έλαβε η νέα πρωτεύουσα ίσα «πρεσβεία» με την Παλαιά Ρώμη, «δια το είναι αυτήν Νέαν Ρώμην». Γι’ αυτό όλοι οι αυτοκράτορες, Έλληνες εκ καταγωγής στη συντριπτική τους πλειονότητα, ως τον ουσιαστικά Νεοέλληνα Κωνσταντίνο τον Παλαιολόγο (+ 1453), θα ονομάζονται και θα αυτοκαλούνται «αυτοκράτορες των Ρωμαίων». Γιατί;
Από το 330 το όνομα της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης είναι Ρωμανία. Το όνομα αυτό αναφέρεται ήδη τον 4ο αιώνα από το Μ. Αθανάσιο. Το όνομα Βυζάντιο για το κράτος θα εμφανισθεί για πρώτη φορά σε Φράγκους συγγραφείς — Ιερώνυμος Βολφ—το 1562. Πριν από το έτος αυτό ποτέ δεν ονομάσθηκε η αυτοκρατορία Βυζάντιο. Οι κάτοικοι του κράτους ονομάζονται Ρωμαίοι, μολονότι πολιτιστικά είναι όλοι Έλληνες και πνευματικά Ορθόδοξοι. Ελληνισμός ρωμαϊκός κρατικός φορέας και Ορθοδοξία είναι τα συστατικά μεγέθη της Νέας αυτοκρατορίας. Βέβαια, το κύριο στοιχείο της αυτοκρατορίας είναι οι εκ καταγωγής (φυλετικά, δηλαδή) Έλληνες.
Το όνομα Ρωμαίος ήταν λοιπόν κρατικό, σε μία αυτοκρατορία που ήταν πολιτιστικά (γλώσσα, παιδεία) απόλυτα ελληνική, και όχι φυλετικά. Επειδή δε η Κωνσταντινούπολη νέα Ρώμη δια των Αγίων της έγινε προπύργιο της Ορθοδοξίας, το όνομα Ρωμαίος σημαίνει, τελικά, Ορθόδοξος πολίτης της Νέας Ρώμης (Όχι της παλαιάς, που έγινε το κέντρο του Παπισμού από τον 11ο αιώνα -σχίσμα). Αυτό ομολογούν οι Ορθόδοξοι και Έλληνες Πατριάρχες της Ανατολής στον διάλογό τους με τους Αγγλικανούς Ανωμότους τον 18ο αιώνα (1716-1725). «… Πάλαι μεν Ελλήνων, νυν δε Γραικών και Νέων Ρωμαίων δια την Νέαν Ρώμην καλουμένων». Οι Έλληνες, δηλαδή, μαζί με όλους τους Ορθοδόξους της Εθναρχίας (που ήταν συνέχεια της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας) ονομάζονται εδώ Γραικοί, διότι έτσι μας ονόμαζαν από τον 8ο αιώνα οι ευρωπαίοι (Grec, Grieche, Greco) και Νεορωμαίοι, ως πολίτες και πνευματικά τέκνα της Νέας Ρώμης. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο Ν. Σπηλιάδης (στενός συνεργάτης του Καποδίστρια) στα Απομνημονεύματά του λέγει ότι ο Ι. Καποδίστριας ήθελε να δημιουργήσει «Νεορωμαϊκήν αυτοκρατορίαν» (ανακοίνωση καθηγ. Π. Χριστοπούλου), δηλαδή να αναστήσει την Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης Κωνσταντινουπόλεως, που φυσικά δεν το ενέκρινε η Ευρώπη των απογόνων του Καρλομάγνου.
Το όνομα Ρωμαίος, συνεπώς, αν μέχρι το 330 μπορεί να θεωρηθεί κατά κάποιο τρόπο όνομα δουλείας και υποταγής, από το έτος εκείνο είναι για τους Έλληνες όνομα τιμής και δόξας, αφού μόνο αυτό (και όχι το ανύπαρκτο ως κρατικό, μέχρι το 1562, Βυζάντιο) χαρακτηρίζει την αυτοκρατορία μας και τη θέση μας σ’ αυτήν. Ρωμηά ήταν η Αθηναία Βασίλισσα Ευδοκία (5ος αι. ), Ρωμηά και η (κυβερνώσα) αυτοκράτειρα Ειρήνη, πάλι Αθηναία, τον 8ο αι. Στην Αθήνα ήλθε και ο Ρωμαίος, αλλά Έλληνας Μακεδόνας, Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, για να προσκυνήσει την Παναγία την Αθηνιώτισσα στον Παρθενώνα. Είναι τραγικό, αλήθεια, αυτό που λειτούργησε ιστορικά ως σύνθεση ευεργετική για το Έθνος – Γένος μας, εμείς οι δυτικοθρεμμένοι Νεοέλληνες να το εκλαμβάνουμε ως αντίθεση.
Το όνομα Ρωμαίος όμως φανερώνει την ταύτιση Ελληνισμού και Ορθοδοξίας. Ρωμαίος σημαίνει τελικά Ορθόδοξος Χριστιανός, ενώ το Έλλην, από τη Γαλλική Επανάσταση και μετά, μπορεί να σημαίνει μόνο τον αρχαιολάτρη τύπου Γεμιστού Πλήθωνος ή και τον Τέκτονα εκδυτικισμένο και φραγκόφιλο. Όταν, συνεπώς, απορρίπτεται ή και πολεμείται το όνομα Ρωμαίος Ρωμηός, πρέπει να ερευνάται και η αιτία, η προέλευση δηλαδή της πολεμικής. Είναι απλώς ανιστόρητη αρχαιολατρία, δυτική επίδραση ή και πολεμική κατά της Ορθοδοξίας;
Ως Ρωμαίοι οι Έλληνες δηλώνουμε τον σύνδεσμο του έθνους μας με την Ορθόδοξη, αγιοπατερική παράδοση και την Ορθόδοξη ταυτότητα μας. Γι’ αυτό έχουμε τη συνείδηση, ότι εθνικά φυλετικά είμασθε Έλληνες ή και Γραικοί (όλα δικά μας είναι) πνευματικά, όμως, δηλαδή στην πίστη μας, είμασθε Ρωμαίοι Ρωμηοί, δηλαδή Ορθόδοξοι Χριστιανοί και όχι εξωμότες Γραικύλοι και «γενίτσαροι» προς την Οθωμανική Ανατολή (Τουρκιά) ή την αλλοτριωμένη Δύση (Φραγκιά). Όταν οι πατέρες μας στη διάρκεια της δουλείας έλεγαν για κάποιον Έλληνα: ετούρκευσε ή εφράγκευσε, σήμαινε: χάνοντας την Ορθόδοξη πίστη του, έπαυσε να είναι και Έλληνας. Αυτά βέβαια ως τον 19ο αιώνα. Στο σύγχρονο Ελληνικό Κράτος, όπως άλλωστε και στο «Βυζάντιο», νομικά, Έλληνας μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα από την καταγωγή του, ως πολίτης του κράτους, προστατευόμενος συνταγματικά — και πολύ ορθά — από τους νόμους.

Βασική Βιβλιογραφία

Παν. Κ. Χρήστου, Οι περιπέτειες των Εθνικών Ονομάτων των Ελλήνων, Θεσσαλονίκη 1991. Π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, Ελληνισμός Μετέωρος, Αθήνα 1992.
Του ίδιου, Πολιτική και Θεολογία, Κατερίνη 1990, σ. 51 κ. ε.
Π. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, Ρωμηοσύνη Ρωμανία Ρούμελη, Αθήνα 19812.
Βλέπε και το βιβλίο τού π. Γ. Δ. Μεταλληνού: «Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;» σελ. 247 – 267.
καθώς και την ιστοσελίδα: http://www.oodegr.com/neopaganismos/romi/onoma_rwmanias_1.html
Πηγή: από το νέο περιοδικό «ΕΡΩ», του ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ-ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ», τεύχος 1, Ιανουάριος-Μάρτιος 2010
www.enromiosini.gr
ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΕΔΙΟΥ

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/04/blog-post_2281.html#ixzz3MXrBIncR

Ναυπάκτου Ιερόθεος : "μερικοί σύγχρονοι έχουν έλλειμμα ορθοδόξου θεολογίας και εκφράζουν μια θεολογία, η οποία έχει επηρεασθή από τον παπικό σχολαστικισμό και τον προτεσταντικό ηθικισμό, γι' αυτό και αυτοσχεδιάζουν αυθαίρετα μέσα στην Εκκλησία."


Τον τελευταίο καιρό επιτείνεται μια τάση που παρετηρείτο και παλαιότερα, δηλαδή επικρατεί μια «φρενίτις» μεταφράσεων των λειτουργικών κειμένων και μάλιστα των λειτουργικών ευχών με απρόβλεπτες συνέπειες.

Μια από τις συνέπειες, η χαρακτηριστικότερη, είναι να δημιουργούνται νέες ευχές της θείας Λειτουργίας, με την χρησιμοποίηση ομηρικών λέξεων. Δηλαδή, ενώ μερικές κινήσεις απλοποιούν τις ευχές στην λειτουργική γλώσσα, άλλες τις «εμπλουτίζουν» με ομηρικές λέξεις, πράγμα που δεν έκαναν οι Πατέρες της Εκκλησίας που γνώριζαν πολύ καλά και τον Όμηρο.

Θεωρώ ότι όλη αυτή η νοοτροπία πρέπει να αντιμετωπισθή από την Ιερά Σύνοδο, γιατί οι αυθαιρεσίες πρέπει να σταματήσουν. Στις ημέρες μας επιχειρείται αυτό που δεν γινόταν επί Τουρκοκρατίας, αν και τότε το μορφωτικό επίπεδο ήταν χαμηλό, ενώ σήμερα υψηλό.

Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα που έχουν διατυπωθή από πολλούς εναντίον της μεταφράσεως των λειτουργικών ευχών, ακόμη και τότε που ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος προσπάθησε να εισαγάγη την παράλληλη ανάγνωση των βιβλικών κειμένων και στην δημοτική γλώσσα και όπως είναι γνωστόν ο ίδιος αντιλήφθηκε την ζημιά που γινόταν στην ενότητα της Εκκλησίας και επανέφερε τα πράγματα στα παραδεδομένα. Πόσον μάλλον θα προκαλέση ζημιά η νέα τάση το να αλλοιώνωνται τα κείμενα της θείας Λειτουργίας, των ιερών Μυστηρίων και άλλων λειτουργικών κειμένων και να εισάγεται η δημοτική γλώσσα όχι παράλληλα με το πρωτότυπο κείμενο, αλλά αποκλειστικά. Κινδυνεύουμε να δούμε σχίσματα μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας μας.

Παρακάμπτοντας πολλά επιχειρήματα κατά της εισαγωγής της δημοτικής γλώσσας στην

θεία Λατρεία που ήδη έχουν διατυπωθή, θα αρκεσθώ μόνον στο να τονίσω ότι μια τέτοια προσπάθεια συνιστά έλλειμμα αληθινής ορθόδοξης θεολογίας, για να μην εκφρασθώ πιο σκληρά. Δείχνει ότι δεν υπάρχει η στοιχειώδης ορθόδοξη θεολογία, η μάλλον με
τέτοιες ενέργειες εκφράζεται μια επιφανειακή ορθόδοξη θεολογία, που στηρίζεται στην πρακτική ωφελιμότητα. Η νοοτροπία αυτή ξεκινά από μια ποιμαντική ανάγκη, αλλ' όμως επιλέγεται η πιο εύκολη λύση. Θεωρώ ότι πρόκειται για μια επιρροή από τον δυτικό σχολαστικισμό.

Ουσιαστικά, αυτή η νοοτροπία συνδέεται με τον «τελευταίο πειρασμό» του Χριστού που αντιμετώπισε επάνω στον Σταυρό από τους παρευρισκομένους εκεί: «σώσον σεαυτόν και κατάβα από του σταυρού... ο Χριστός ο βασιλεύς του Ισραήλ καταβάτω νυν από του σταυρού, ίνα ίδωμεν και πιστεύσωμεν αυτώ» (Μαρκ. ιε , 30-32).

Όπως οι σύγχρονοι του Χριστού Ιουδαίοι, και μάλιστα οι Γραμματείς και οι Αρχιερείς, ήθελαν να κατεβή ο Χριστός από τον Σταυρό για να πιστεύσουν σε Αυτόν ότι είναι υιός του Θεού, ουσιαστικά ενέπαιζαν τον Χριστό, έτσι και τώρα με την πράξη της μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων, κατά κάποιον τρόπο, θέλουν να κατεβάσουν την γνώση της θείας Λειτουργίας στο λογικό επίπεδο και όχι στην βίωση του μυστηρίου του Σταυρού. Ο Ιγνάτιος Μπραντζιανίνωφ έλεγε: «Ο Σταυρός είναι η καθέδρα της ορθοδόξου θεολογίας».

Όμως, όπως ο Χριστός δεν ικανοποίησε αυτό το αίτημα και παρέμεινε στον Σταυρό, σώζοντας έτσι τους ανθρώπους από τον θάνατο, έτσι και εδώ, τηρουμένων των αναλογιών, πρέπει η θεία Λειτουργία και τα Μυστήρια να παραμείνουν στο ύψος της ορθοδόξου θεολογίας, που είναι εμπειρία του Σταυρού και της Αναστάσεως, και όχι να κατεβούν στο επίπεδο της νοησιαρχίας, του ορθολογισμού.

Λυπάμαι που κάνω αυτήν την αναφορά, αλλά θα προσπαθήσω να το επεξηγήσω με τα ακόλουθα.

1. Η γλώσσα των συμβόλων

Μέσα στην θεία λατρεία εκτός από την λεκτική γλώσσα υπάρχει και η γλώσσα των συμβόλων, δια της οποίας γίνονται κατανοητά και όσα δεν μπορούν να κατανοηθούν δια της γλωσσικής διατυπώσεως, η οποία ούτως η άλλως δεν είναι αρκετή για την πλήρη κατανόηση των λεγομένων και γιγνομένων.

Η γλώσσα των συμβόλων βιώνεται με το άναμμα του κεριού, τον ασπασμό των ιερών εικόνων, τις κανδήλες που φωτίζουν με το ιλαρό φως τους, τα ιερά σκεύη και όλα τα ευρισκόμενα και τελούμενα στον Ιερό Ναό, με τον τρόπο που γίνεται η Μικρά και η Μεγάλη Είσοδος, με την τυπική διάταξη των ιερών Ακολουθιών, με τις ιερατικές κινήσεις και ευλογίες κ.α.

Αξίζει να σημειωθή ότι ο Ιερεύς προκειμένου να εκφωνήση την αποστολική ευλογία η να ειρηνεύση, συγχρόνως ευλογεί και δια της χειρός τους παρευρισκομένους, οπότε η γλώσσα των λέξεων συμπληρώνεται με την γλώσσα των συμβόλων. Υπάρχει δε περίπτωση κάποιος να δη την Χάρη της ευλογίας, όπως συνέβη με έναν Τούρκο, τον Αχμέτ, ο οποίος δεν γνώριζε την ελληνική γλώσσα, αλλά είδε τον Πατριάρχη να ευλογή και δια της ευλογίας είδε τις ακτίνες της θείας Χάριτος να εκπορεύωνται από την ευλογούσα χείρα του και να κατευθύνωνται στις κεφαλές όλων των παρισταμένων Χριστιανών, εκτός της δικής του, πράγμα που τον έκανε να πιστεύση στον Χριστό, να βαπτισθή και στην συνέχεια να μαρτυρήση.

Μέσα στην θεία Λειτουργία και μόνον με την γλώσσα των συμβόλων μπορεί να συμμετάσχη το μικρό παιδί, ο κωφάλαλος, αλλά και εμείς όταν συμμετέχουμε σε θεία Λειτουργία που γίνεται σε ξένες γλώσσες, τις οποίες δεν κατάνοούμε λογικά. Η ταύτιση της συμμετοχής μας στην θεία Λειτουργία η την λατρεία μόνον με την λεκτική γλώσσα, παραθεωρώντας την σημασία της συμβολικής γλώσσας, ουσιαστικά θεωρεί ότι πολλές κατηγορίες Χριστιανών δεν συμμετέχουν στην θεία Λειτουργία.

Επομένως, η υποτίμηση της γλώσσας των συμβόλων και η υπερτίμηση της λογικής επεξεργασίας στην μέθεξη της θείας λατρείας αποτελεί σοβαρό θεολογικό πρόβλημα.

2. Η λογικοκρατική θεώρηση της λατρείας

Η μετάφραση ευχών με σκοπό να κατανοηθή η θεία Λειτουργία, αναποδράστως οδηγεί στην άποψη ότι εκλαμβάνεται η λογική ως κέντρο της εκκλησιαστικής και μυστηριακής ζωής, πράγμα που συνιστά την λογικοκρατία και τον ορθολογισμό.

Λέγοντας αυτά, γνωρίζω ότι άλλο είναι ο ορθός λόγος που είναι απαραίτητος για την συνεννόηση μεταξύ των ανθρώπων, για την συγκρότηση και διάρθρωση της σκέψεως σε λογικά σχήματα, σε προτάσεις και την χρησιμοποίηση των λέξεων, και άλλο είναι ο ορθολογισμός που θεωρεί κέντρο όλων των πραγμάτων την λογική και δι' αυτής ερμηνεύει ακόμη και όσα έχουν σχέση με τον Θεό και τον άνθρωπο.

Κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας η ψυχή του ανθρώπου δεν έχει μόνον την λογική ενέργεια, αλλά έχει και άλλες ενέργειες, όπως την νοερά ενέργεια, την φαντασία, την αίσθηση κλπ. Ακόμη, η λογική δεν είναι πηγή της γνώσεως, ακόμη και για τα ανθρώπινα πράγματα. Γι' αυτό και στην επιστήμη αναπτύχθηκε η λεγόμενη «συναισθηματική νοημοσύνη» που ισχυρίζεται ότι υπάρχουν μέσα στον άνθρωπο «δύο μυαλά», ήτοι η λογική και το συναίσθημα και θεωρεί ότι είναι αναπηρία το να απολυτοποιή κανείς μόνον την λογική. Αυτό αποδεικνύεται και από την απεικόνιση του εγκεφάλου.

Επίσης, στις ημέρες μας αναπτύχθηκε και η λεγομένη υπαρξιακή φιλοσοφία και ψυχολογία, που θεωρούν ότι πέρα από την λογική υπάρχουν και άλλες λειτουργίες στο ανθρώπινο πρόσωπο. Εδώ βρίσκεται και το λάθος του διαφωτισμού, όπως απέδειξε αργότερα ένα άλλο ρεύμα ο ρομαντισμός, και αργότερα η μετανεωτερικότητα, που κατέρριψε την αυθεντία της λογικής.

Εάν αυτό συμβαίνη στα ανθρώπινα πράγματα, πολύ περισσότερο συμβαίνει στην ορθόδοξη θεολογία. Είναι γνωστόν ότι η άποψη ότι κέντρο της θείας γνώσεως είναι η λογική και η επεξεργασία που γίνεται από αυτήν, δημιούργησε τον σχολαστικισμό και όλο αυτό το σχολαστικό-ορθολογικό σύστημα που συναντούμε στον Θωμά τον Ακινάτη και μάλιστα στο έργο του «Summa Theologica».

Διαποτισμένος και ο Βαρλαάμ από τον δυτικό σχολαστικισμό έφθασε σε έναν αγνωστικισμό και ακόμη υποτιμούσε τις Αποκαλύψεις του Θεού και γι' αυτό θεωρούσε τους αρχαίους Έλληνας φιλοσόφους ανώτερους των Προφητών και των Αποστόλων. Θεωρώντας ότι η λογική είναι το ευγενέστερο στοιχείο του ανθρώπου που δόθηκε από τον Θεό, έθετε σε υποδεέστερη θέση τις οράσεις των Προφητών, που τις θεωρούσε «χείρω της ημετέρας νοήσεως».

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς κονιορτοποίησε κυριολεκτικά το σημείο αυτό, γιατί, όπως δίδαξε, οι οράσεις των Προφητών, το άκτιστο Φως που είδαν οι Μαθητές στο Όρος Θαβώρ είναι μεγάλη αποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο. Οπότε οι αγράμματοι Μαθητές αποδείχθηκαν ανώτεροι από τους φιλοσόφους που είχαν έντονη λογική.

Παρέθεσε μάλιστα πλήθος αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, όπως και το εκπληκτικό χωρίο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου ότι οι ορθόδοξοι θεολογούν «αλιευτικώς (όπως οι αγράμματοι Απόστολοι που ήταν αλιείς) και όχι αριστοτελικώς». Είναι δε κλασσικό το απόφθεγμα του ίδιου Αγίου: «θεόν φράσαι αδύνατον, νοήσαι (=στοχασθήναι) δε αδυνατώτερον». Δεν μπορεί κανείς με την λογική να κατανοήση τον Θεό. Ο Θεός αποκαλύπτεται στην καρδιά του ανθρώπου και στην συνέχεια η λογική διατυπώνει, όσον είναι δυνατόν, αυτήν την Αποκάλυψη.

Το εκπληκτικό σύγγραμμα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά «Περί των ιερώς ησυχαζόντων», οι λεγόμενες «Τρεις τριάδες», αναλύει διεξοδικώς το θέμα αυτό και ουσιαστικά έχει κατοχυρωθεί συνοδικά.

Η άποψη ότι απαιτείται η λογική κατανόηση των λειτουργικών κειμένων για να συμμετέχουμε στην θεία λατρεία και να αποκτήσουμε την γνώση του Θεού αποκλείει τους αγραμμάτους από την λατρεία και την θεογνωσία, στερεί τα βρέφη, τα νήπια και τα παιδιά από την λατρεία και την θεία Κοινωνία.

Ο δυτικός σχολαστικισμός είναι εκείνος που οδήγησε στην πρακτική της αποσυνδέσεως του μυστηρίου του Βαπτίσματος από το μυστήριο του Χρίσματος και κατ' επέκταση από το μυστήριο της θείας Κοινωνίας μέχρι την εφηβεία. Η βάση αυτής της πρακτικής είναι ότι για να δεχθή το παιδί το Χρίσμα και να λάβη την θεία Κοινωνία πρέπει να κατανοή με την λογική του τα γινόμενα.

Εμείς χρίουμε τα βρέφη και τα κοινωνούμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, γιατί γνωρίζουμε από την θεολογία μας ότι και τα βρέφη λαμβάνουν την Χάρη του Θεού και πριν αναπτυχθή ο εγκέφαλος και η λογική, αφού και τότε ενεργεί μέσα τους η νοερά ενέργεια. Ακόμη και τα έμβρυα μπορούν να λαμβάνουν το Άγιον Πνεύμα, όπως έγινε με τον Τίμιο Πρόδρομο, που όταν ήταν έμβρυο έξι μηνών έγινε από τότε Προφήτης και κατέστησε και την Μητέρα του Προφήτιδα, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά.

Αισθάνομαι ότι μια σχολαστική νοοτροπία επιχειρείται να εισαχθή στην Ορθόδοξη Εκκλησία με τις μεταφράσεις των λειτουργικών κειμένων, ότι πρέπει να καταλαβαίνουμε τα κείμενα λογικά για να συμμετέχουμε, πράγμα που ανατρέπει την βασική θεολογική αρχή περί της διπλής μεθοδολογικής γνώσεως, σύμφωνα με την οποία με άλλον τρόπο γνωρίζει κανείς την κτιστή αλήθεια και με άλλον τρόπο γνωρίζει κανείς την άκτιστη αλήθεια, τον Θεό, και μετέχει αυτής. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει μια ενιαία αλήθεια για τον Θεό και τον κόσμο, και δεν υπάρχει μια ενιαία μέθοδος γνώσεως του Θεού και του κόσμου, όπως υπεστήριζε στην πράξη ο δυτικός σχολαστικισμός.

Επομένως, η λογικοκρατική θεώρηση της θείας Λατρείας εισάγει ένα είδος σχολαστικισμού στην ορθόδοξη θεολογία.

3. Η λογική και νοερά λατρεία

Συνέπεια των προηγουμένων είναι ότι η λατρεία της Εκκλησίας διαιρείται σε λογική λατρεία και νοερά λατρεία και ο άνθρωπος που ζη πραγματικά μέσα στην Εκκλησία μπορεί να μετέχη παράλληλα και στις δύο λατρείες. Αυτή είναι η βάση του ορθοδόξου ησυχασμού, της ορθοδόξου νηπτικής ζωής. Κατά την διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας η ψυχή του ανθρώπου είναι λογική και νοερά. Κατ' επέκταση υπάρχει η λογική λατρεία και η νοερά λατρεία.

Από την παράδοση της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι τα βρέφη έχουν νοερά ενέργεια, δια της οποίας μπορούν να βλέπουν αγγέλους και αγίους, ενώ δεν έχει ακόμη αναπτυχθή η λογική λειτουργία του εγκεφάλου, που θα τελειοποιηθή αργότερα, καθώς το παιδί θα μεγαλώνη.

Έτσι, κατά την θεία Λειτουργία δεν αρκεί μόνον η ανάπτυξη της λογικής λειτουργίας, αλλά κυρίως η ανάπτυξη της νοεράς λειτουργίας. Δηλαδή, η μετάφραση της αποστολικής ευλογίας στην δημοτική γλώσσα, ως «η Χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατέρα και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος να είναι μαζί σας», δεν θα μπορέση ποτέ να δώση στον άνθρωπο να καταλάβη λογικώς τι είναι Χάρη του Κυρίου, η αγάπη του Θεού Πατέρα και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, τι είναι ο Τριαδικός Θεός και πως μπορούμε να μεθέξουμε της Χάριτός Του.

Αυτή η γνώση είναι θέμα νοεράς καρδιακής εμπειρίας. Ο Απόστολος Παύλος κάνει λόγο για αρραβώνα που δίνεται στην καρδιά: «Ο δε βεβαιών ημάς συν υμίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, ο και σφραγισάμενος ημάς και δους τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταις καρδίαις ημών» (Β Κορ. α , 21-22).

Άλλωστε, ο Χριστός στους μακαρισμούς Του τόνισε την απαραίτητη προϋπόθεση της καθαρής καρδιάς για την όραση του Θεού και όχι την έξαψη της λογικής: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. ε', 8). Το ίδιο συναντούμε και στις επιστολές των Αποστόλων, όπου γίνεται λόγος για την καρδιά ως προϋπόθεση και βάση της θεοπτίας.

Είναι δε γνωστόν ότι ο Χριστός όταν εμφανίσθηκε στους Μαθητές Του «διήνοιξεν αυτών τον νουν του συνιέναι τας γραφάς» (Λουκ. κδ , 45). Η γνώση του μυστηρίου που εκφράζεται με λέξεις γίνεται στον νου του ανθρώπου δια της Αποκαλύψεως του Θεού. Αυτό το βλέπουμε εμφανώς στην ευχή προ του Ευαγγελίου: «Έλλαμψον εν ταις καρδίαις ημών, φιλάνθρωπε Δέσποτα, το της σης θεογνωσίας ακήρατον φως και τους της διανοίας ημών διάνοιξον οφθαλμούς (τον νου) εις την των ευαγγελικών σου κηρυγμάτων κατανόησιν... Συ γαρ ει ο φωτισμός των ψυχών και των σωμάτων ημών...».

Ο βασικός σκοπός του ανθρώπου δεν είναι να κατανοήση λογικώς τις λέξεις, αλλά να εισέλθη στο βάθος του μυστηρίου, να βιώση και να μεθέξη την κένωση του Υιού και Λόγου του Θεού, δια της αποκαλύψεως του Θεού στην καθαρή καρδιά του. Γι' αυτό και η αποφατική θεολογία είναι «ο Γολγοθάς της ανθρώπινης λογικής».

Αυτό σημαίνει ότι η θεία Λειτουργία, που είναι λογική λατρεία, συνδέεται στενά και με την νοερά λατρεία. Άλλωστε, η Βασιλεία του Θεού για να την οποία κάνουν λόγο πολλοί σύγχρονοι ερμηνευτές και ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι, που είναι η φανέρωση και η μέθεξη της ακτίστου Χάριτος του Θεού, δεν είναι υπόθεση λογικής επεξεργασίας, αλλά υπόθεση καθαρού νοός και καθαράς καρδίας.

Τα βρέφη, τα παιδιά και οι Άγιοι συμμετέχουν στην θεία Λειτουργία, κάνοντας νοερά λατρεία μπορεί να βλέπουν υπερκόσμια χοροστασία, για την οποία ομιλούν οι Άγιοι, μπορεί να βλέπουν αγγέλους, ενώ όσοι στηρίζονται στην λογική κατανόηση των λέξεων έχουν πλήρη άγνοια της γνώσεως του Μυστηρίου.

Στην βιογραφία του αγίου παπα-Νικόλα Πλανά διαβάζουμε ότι ένα παιδάκι που είχε ανεπτυγμένη την νοερά ενέργεια έβλεπε τον λειτουργούντα άγιο παπα-Νικόλα να υπερυψούται του εδάφους, και το φώναξε με ενθουσιασμό στην μητέρα του. Θεωρώ ότι το παιδάκι αυτό μετείχε της θείας Λειτουργίας πραγματικά, έστω κι αν δεν καταλάβαινε τις λέξεις, ενώ οι άλλοι που πρόσεχαν με την λογική απλώς παρακολουθούσαν. Η για να εκφρασθώ με άλλον τρόπο, δεν μπορώ να αποκλείσω το παιδάκι αυτό από την μέθεξη της λατρείας, επειδή δεν μπορούσε να κατανοήση τις λέξεις. Μάλλον θεωρώ ότι μετείχε της θείας Λειτουργίας καλύτερα από άλλους εγκρατείς φιλολόγους που γνωρίζουν την ετυμολογία και την έννοια των λέξεων.

Ο Απόστολος Παύλος γράφει: «η ικανότης ημών εκ του Θεού, ος και ικάνωσεν ημάς διακόνους καινής διαθήκης, ου γράμματος, αλλά πνεύματος· το γαρ γράμμα αποκτέννει, το δε πνεύμα ζωοποιεί» (Β Κορ. γ , 5-6).

Επομένως, η παραθεώρηση της νοεράς λατρείας συνιστά έλλειμμα ορθοδόξου θεολογίας.

Γενικά, όσοι απλοποιούν τις λέξεις της θείας λατρείας ακόμη και αυτές που έχουν «υψηλό, εννοιολογικό, εικονικό, συμβολικό και βιωματικό επίπεδο» για να γίνουν κατανοητές λογικά αφ' ενός μεν καταστρέφουν τον πολιτισμικό μας πλούτο, αφ' ετέρου δε αγνοούν την ορθόδοξη θεολογία στην πλήρη έκφρασή της. Η ορθόδοξη θεολογία δεν είναι σχολαστική, ορθολογιστική, αλλά αποκαλυπτόμενο μυστήριο. Και το μυστήριο δεν κατανοείται απλώς λογικά.

Έτσι, από το γράμμα προχωρούμε στο πνεύμα μέσα από όλη την ασκητική παράδοση της Εκκλησίας. Αυτό σημαίνει ότι όσοι ακούνε αναλύσεις των γινομένων και πραττομένων στην θεία Λειτουργία –άλλωστε αυτή είναι η αξία του κηρύγματος– η όσοι μετέχουν τακτικά στην θεία Λειτουργία μπορούν να κατανοήσουν ευχερώς και το γράμμα, κυρίως όμως μπορούν να εισχωρήσουν στο πνεύμα με την καθαρότητα της καρδιάς και την γνώση της συμβολικής γλώσσας της Εκκλησίας.

Οι φιλοκαλικοί Πατέρες του 18ου αιώνος, ενώ έκαναν μεταγλωττίσεις σε διάφορα πατερικά κείμενα, δεν τόλμησαν να μεταγλωττίσουν τις ευχές της θείας Λειτουργίας και των Μυστηρίων, αν και το διανοητικό επίπεδο του λαού ήταν χαμηλό.
Οπότε, όσοι παραμένουν στο επίπεδο της λογικής κατανόησης των λειτουργικών κειμένων δείχνουν ότι αγνοούν την ορθόδοξη θεολογία, γι' αυτό κατά τον Μέγα Βασίλειο «τεχνολογούσι και ου θεολογούσι». Δεν χρειάζεται απλώς η λογική κατανόηση των κειμένων η μετάφρασή τους, αλλά η μύηση στην ζωή της Εκκλησίας και στο μυστήριο της κενώσεως του Χριστού και της θεώσεως του ανθρώπου.

Νομίζω ότι μερικοί σύγχρονοι έχουν έλλειμμα ορθοδόξου θεολογίας και εκφράζουν μια θεολογία, η οποία έχει επηρεασθή από τον παπικό σχολαστικισμό και τον προτεσταντικό ηθικισμό, γι' αυτό και αυτοσχεδιάζουν αυθαίρετα μέσα στην Εκκλησία.

ΡΟΜΦΑΙΑ
ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ


ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ: Και άλλοι πατέρες τοποθετήθηκαν βέβαια, αλλά προσωπικά περίμενα την τοποθέτηση του αγίου αυτού και φωτισμένου επισκόπου, με αγωνία. Ωραίος,πολύ ωραίος ο επίσκοπος Ιερόθεος(όπως πάντα άλλωστε).

Η Ελλάδα θα υποφέρει γιατί γύρισε την πλάτη της στο Χριστό

Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας


Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Βλέπετε την φωτογραφία αυτή του Γέροντα Ιωσήφ, του Ησυχαστή. Είχα μεγάλο Γέροντα, ήταν πυρ – πυρ, άνθρωπος φαινόμενο. Όλο τα επουράνια σκέπτονταν, μ’ αυτά ζούσε.

Δύο λέξεις μας έλεγε συνεχώς, υπομονή, υπομονή και προσευχή
και εδώ μας βοηθάει, όσο του επιτρέπει η Πρόνοια του Θεού. Σαν υποτακτικοί του, ποτέ δεν μαλώσαμε μεταξύ μας. Άλλοι απέξω μας δημιουργούσαν προβλήματα, συκοφαντούσαν τον Γέροντα, τον κατηγορούσαν, αλλά ο Γέροντας Ιωσήφ έλεγε, « αυτοί ας λένε, εμείς να μην πούμε». 
Συνομιλήτρια: Εμείς Γέροντα, είμαστε πολύ αδύνατοι σε όλα. Τι θα γίνει με εμάς;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Άλλα χρόνια είναι τώρα. Άλλα τα κριτήρια του Θεού, για σήμερα. Ο Γέροντας Ιωσήφ είχε το πνευματικό πανεπιστήμιο. Εγώ είμαι ευχαριστημένος να είστε εσείς ( ..δηλαδή τα πνευματικά του παιδιά ) στο πνευματικό λύκειο. Σήμερα υπάρχει τέτοια πνευματική σύγχυση. Μεγάλος ανεμοστρόβιλος παρασέρνει τα πάντα. Κρατείστε γερά την παράδοση που σας παρέδωσα και να ξέρετε ότι σήμερα είναι ομολογία να λέμε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός μας. Αυτό δεν το θέλουν οι σκοτεινές δυνάμεις.

Συνομιλήτρια: Γέροντα, μετά από τόσα χρόνια αγώνα, τι σας έμεινε μέσα στη ψυχή σας;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Όλα είναι δεύτερα, όλα δεύτερα. Το πρώτο είναι το όνομα του Χριστού μας και τώρα , περνώντας τα χρόνια , είδα στη πράξη, ότι μόνο με την αγάπη κερδίζεται ο άνθρωπος. Η ζωή μου ήταν κόπος και πόνος, με την φτώχεια, με τους Γερμανούς, με την πείνα στη κατοχή, με τους πειρασμούς και τις θλίψεις στα μοναστήρια. Μεγάλος αγώνας. Μόνο το όνομα του Χριστού και της Παναγίας μας μ’ έβγαλε πέρα. Όποιος άνθρωπος δεν λέγει καθημερινά το όνομα του Χριστού και της Παναγίας μας, δεν είναι Χριστιανός.

Συνομιλήτρια: Δηλαδή η ευχή του Χριστού είναι το μέγιστο;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Βεβαίως, γιατί είμαστε συνέχεια με τη μνήμη του Χριστού μας. Οι Άγιοι Πατέρες φωτίστηκαν και μας άφησαν αυτές τις προσευχούλες. Τρία και δύο γράμματα, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς» και «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Δεν είναι να διαβάσουμε εγκυκλοπαίδειες, ούτε πολλά βιβλία. Μ’ αυτές τις δύο προσευχούλες, σωζόμαστε όλοι οι Χριστιανοί. Οι μοναχοί που δεν έχουν τις μέριμνες των κοσμικών, προσεύχονται πολύ και φθάνουν ψηλά. Τους βοηθάει πολύ και η Παναγία μας. Είναι σαν να μιλούν στο αυτί του Χριστού μας, γιατί είναι αφοσιωμένοι στη προσευχή και αυτό είναι το κύριο έργο τους και όποιος έχει το δώρο της προσευχής στη καρδιά του, όταν πεθάνει δεν τον αγγίζουν τα τελώνια. Πηγαίνει μετά τον θάνατό του , κατευθείαν στο Χριστό μας. Δεν έχει εμπόδια, γιατί το όνομα του Χριστού έχει δύναμη. Είναι πυρ ο Θεός.

Συνομιλήτρια: Και οι χαιρετισμοί της Παναγίας μας είναι δυνατή προσευχή;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Βεβαίως, όταν τους λέμε, έχουμε χαρά και φώτιση από την Παναγία μας. Πολύ με βοηθάει η παναγία μας. Με βγάζει από πολλά αδιέξοδα.

Συνομιλήτρια: Σήμερα πάσχουμε από απελπισία και ανυπομονησία.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Η απελπισία είναι πάντα από τον διάβολο και όποιος απελπίζεται χάνει τις δυνάμεις του. Η βάση της ζωής μας είναι η υπομονή. Όταν δεν την έχουμε διαλύεται η ζωή μας.

Συνομιλήτρια: Γέροντα, ο κόσμος, εμείς, είμαστε σε μια δύσκολη θέση με όλα αυτά που γίνονται και ακούμε. Υπάρχει φόβος.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ναι, διαισθανόμαστε ότι θα γίνουν καταστροφικά πράγματα και γίνονται καθημερινά, Γι’ αυτό τρέχουμε στα μοναστήρια και στις εκκλησίες, αλλά δεν πρέπει να έχουμε φόβο. Για σκεφτείτε , αν ένα τάγμα αγγέλων έγιναν δαίμονες και κάνουν τόση ζημιά, τι βοήθεια μας προσφέρουν τα εννέα τάγματα των αγγέλων. Μια φορά είδα τον Χριστό στο θρόνο του και δίπλα την Παναγία μας και τα τάγματα των αγγέλων και των αγίων. Περιμένανε το νεύμα του Χριστού μας για να βοηθήσουν την ανθρωπότητα στη νέα κατάσταση. Όταν γεμίζουμε συνεχώς την καρδιά μας με τον Χριστό καθημερινά δυναμώνει η πίστη μας και όλα τα αντιμετωπίζουμε. Η Παναγία μας, παρακαλεί για μας και δέεται συνεχώς, να έχουμε δύναμη και αισιοδοξία.

Συνομιλήτρια: Γέροντα σ’ αυτή την ηλικία που είστε, μπορείτε να προσεύχεσθε όπως πρώτα, ή διαφορετικά;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Προσεύχομαι καλύτερα από πρώτα. Βέβαια δεν έχω την ένταση της προσευχής του Γέροντα Ιωσήφ, του Ησυχαστή, αλλά έχω δυνατή προσευχή και αυτό παρηγορεί την ψυχούλα μου, τόσα που πέρασα και περνώ.

Συνομιλήτρια: Πολλές φορές τα άγια λείψανα ευωδιάζουν.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Είναι σαν να λένε είμαστε συγγενείς.

Συνομιλήτρια: Ο καρκίνος είναι διάχυτος σήμερα.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Οι καρκινοπαθείς είναι μάρτυρες. Προσπαθώ να τους ενισχύω με την προσευχή μου, με τις νουθεσίες και όταν μπορώ τους επισκέπτομαι.

Συνομιλήτρια: Πολλοί άνθρωποι περνούνε σκληρές δοκιμασίες, είτε από την κακία των άλλων, είτε από δικά τους παραπτώματα. Τόσο δύσκολα, σαν να ζουν τη κόλαση εδώ.
Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Όταν ζουν εδώ τη κόλαση .…. και αξιοποιήσουν αυτή τη κατάσταση, με πνευματικά κριτήρια, όταν πεθάνουν δεν θα δικαστούν καθόλου, αλλά θα πάνε , κατευθείαν στην αγκαλιά του Χριστού. Αν όμως δεν αξιοποιήσουν, με πνευματικά κριτήρια, τη κόλαση αυτή, τότε θα βασανίζονται και στην άλλη ζωή.

Ήθελα να σας πω κάτι για τον Παράδεισο. Πριν από τα ογδόντα μου χρόνια, πήγαινα συχνά στον Παράδεισο. Και τώρα βέβαια, αλλά η ηλικία έχει τον ρόλο της. Μία φορά με πήρε ο Κύριος από το χέρι και μου έλεγε « ..εδώ έκανες εκκλησία, εδώ εξομολόγησες και σώθηκε η ψυχή, εδώ παρηγόρησες, εδώ νουθέτησες,.», μου έλεγε δηλαδή τα πάντα και μαζί με αυτό μου έδινε χαρά, συγχρόνως με το λόγο του, Τόσο πολύ χαρά που είπα. Χριστούλη μου, δεν αντέχω άλλο. Δεν αντέχω άλλο. Θα εκραγώ. Να με γυρίσεις πίσω. Και βρέθηκα πάλι στο δωμάτιό μου.

Άλλη φορά στον Παράδεισο, είδα έναν λεβέντη, θαυμάσιο. Είχε δίπλα του ένα άλογο με μια γυριστή ουρά, ωραιότατο. Μέσα μου το ζήλεψα. Ήθελα να το είχα εγώ αυτό το άλογο. Με φωνάζει και μου λέγει, ήτανε κάτι σαν διοικητής. « Να πας να πεις στο στράτευμα, ότι το πίσω μέρος το έχουν αφύλακτο και θα πάνε οι αντάρτες ( οι δαίμονες δηλαδή ) ». Και τρέχω και το λέγω. Και γύρισα τρέχοντας να πω ότι το έκανα. Εκείνος μ’ αγκάλιασε, με φίλησε και ανέβηκε στο άλογό του χαμογελαστός και έφυγε.

Συνομιλήτρια: Δηλαδή Γέροντα, γίνονται πολλά πίσω, που δεν τα πιάνουμε;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Βεβαίως. Γι’ αυτό πρέπει από παντού να προσέχουμε. Προσοχή μεγάλη. Θα περάσουμε δικαστήριο φοβερό.

Συνομιλήτρια: Η κόλαση πώς είναι;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Πως είναι; Φρίκη, φρίκη. Ούτε πουλάκι να μην πάει εκεί. Όπως πνίγονται οι άνθρωποι στη θάλασσα, έτσι πνίγονται στα βάσανα της κόλασης, συντροφιά με τους δαίμονες. Να προσευχόμαστε για τους νεκρούς. Είναι μεγάλη ελεημοσύνη. Η μητέρα μου ήτανε πολύ ενάρετη γυναίκα. Στα λόγια της στήριζα την παιδική μου ζωή. Πριν πεθάνει ήτανε δύο χρόνια κατάκοιτη και έλεγε. «Πάτερ πες τον Θεό να με πάρει. Κουράστηκα». Αλλά πριν φύγει έδωσε μάχη.

Συνομιλήτρια: Μάχη με ποιους;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Τους δαίμονες.

Συνομιλήτρια: Τους βλέπατε;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ναι, όπως βλέπω τους ανθρώπους.

Συνομιλήτρια: Ο Αρχάγγελος δεν την βοηθούσε;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ήτανε πίσω από τη πλάτη της. Είχε υποχωρήσει. Να πολεμήσει μόνη της, να στεφανωθεί.

Συνομιλήτρια: Τόσα που ακούμε για καταστροφές, που έρχονται, εμείς που ζητάμε την βοήθεια του Θεού, τι θα γίνουμε;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Κατά το σχέδιο που έχει ο Θεός για κάθε άνθρωπο, θα κάνει και τις πράξεις του, για να σωθεί, αυτός ο άνθρωπος. Πω ! Πω ! Τι θα περάσουμε! Δυσκολίες μεγάλες. Η Αθήνα έχει κρυφούς Αγίους πολλούς, αλλά και το Άγιο Όρος με τον Άγιο Δημήτριο στηρίζουν τη Βόρειο Ελλάδα. Έχω ιδιαίτερη αγάπη στον Άγιο Δημήτριο. Με το Άγιο Μύρο του κοιμάμαι. Η Ελλάδα γύρισε τη πλάτη της στο Χριστό. Γι’ αυτό θα υποφέρει πολλά. Τα παιδιά στην Ελλάδα σήμερα είναι ή πολύ φωτισμένα, ή πολύ σκοτισμένα. Τα παιδιά των ενάρετων οικογενειών, είναι η μαγιά του Χριστού και το μέλλον της Ελλάδας.

Συνομιλήτρια: Πολλές γυναίκες υποφέρουν στις οικογένειες σήμερα.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ο Χριστός είναι πολύ κοντά στις ψυχές που περιφρονούνται.

Συνομιλήτρια: Μερικοί άνθρωποι έχουν ένα ιδιαίτερο πνευματικό χάρισμα. Πως γίνεται αυτό;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Αυτοί οι άνθρωποι, ή αδικήθηκαν πολύ, ή συκοφαντήθηκαν, ή εμβάθυναν σ’ αυτό τον τομέα και τους δόθηκε χάρισμα. Όπως κανοναρχούμε τον Θεό, έτσι και μας ψέλνει.

Συνομιλήτρια: Στα Ιεροσόλυμα, τα τελευταία χρόνια, γίνονται θαυμαστά πράγματα.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ήθελα και εγώ να τα έβλεπα. Εκεί είναι η βάση του Χριστού μας. Το Άγιο Φώς είναι κάθε ημέρα στον Πανάγιο Τάφο, αλλά το Πάσχα δίνεται γενικό δώρο σε όλους. Να πηγαίνετε στα Ιεροσόλυμα. Εκεί βλέπουμε τι υπέμεινε ο Χριστός για μας και εμείς , όσο μπορούμε να τον ευχαριστούμε και να ανταποκρινόμαστε στην αγάπη Του. Παλαιότερα είχα πάει και εγώ μερικές φορές.

Συνομιλήτρια: Πολλές φορές συμβαίνουν παρεξηγήσεις μεταξύ μας.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Αυτά είναι ανθρώπινα. Δεν θα λείψουν ποτέ. Να τα προσπερνάμε και να τρέχουμε στον Χριστό. Να σκεπτόμαστε τι μας έχει ετοιμάσει ο Χριστός, στο καλό – καλό παράδεισο, μετά την Δευτέρα παρουσία. Τώρα πηγαίνουμε στον νάρθηκα του Παραδείσου, Δεν χωράει νους ανθρώπου πως θα είναι ο καλός – καλός παράδεισος. Όλα φως ! Όλα ευωδία ! Χαρά ανεκλάλητη. Μακαριότητα. Τίποτε δεν θα είναι γερασμένο. Όλα νέα τα θέλει ο Χριστός στη Βασιλεία Του. Τίποτα παράταιρο. Όλα τέλεια. Η μητέρα μου πέθανε 95 ετών και εγώ την βλέπω στον παράδεισο τριάντα χρονών.

Στη κατοχή είχαμε κάτι γειτονόπουλα, που ήτανε λειψά στο μυαλό. Δύο παιδάκια ήτανε. Εμείς παίζαμε και αυτά ακόμη περπατούσανε να έρθουνε, ενώ είχαμε ξεκινήσει μαζί. Τα βρήκα στον Παράδεισο, γιατί πεθάνανε στη κατοχή από την πείνα, μικρά στην ηλικία. Τα λέγω : « Τι κάνετε εδώ ; Πως περνάτε ; ». Μου λένε: « Εφραίμ, εδώ δεν μιλάμε. Εδώ μόνον διαβάζουμε, έχουμε μελέτη ». Αυτά δεν ξέρανε να γράψουν το όνομά τους και στον παράδεισο μελετούσαν. Αυτό δείχνει την τελειότητα του παραδείσου.

Συνομιλήτρια: Πολλοί άνθρωποι βοηθάνε τα μοναστήρια, σε ανάγκες που έχουν.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ότι κάνουν όλα γράφονται στον ουρανό. Να έχουν ειρήνη και υγεία και ευλογία στα σπίτια τους.

Συνομιλήτρια: Στην εκκλησία ήμασταν άνθρωποι από όλο τον κόσμο. Δηλαδή , τι ωραία Γέροντα, σαν τους Αγίους Αποστόλους είναι το έργο σας. « Μαθητεύσατε πάντα τα έθνη ».

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Είμαι ένα κούφιο καρύδι. Δεν έκανα τίποτα.

Συνομιλήτρια: Τι σκέπτεστε στην ηλικία που είστε;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Σκέπτομαι να στερεώσω το έργο μου εδώ, γιατί πολλοί άνθρωποι σώθηκαν, πολλές ψυχούλες. Και πως θα πάω να συναντήσω τον Κύριο; Που θα πάω ο ταλαίπωρος;

Συνομιλήτρια: Ο Κύριος θα στείλει τους αγγέλους του να σας πάρει.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Δεν το ξέρω αυτό, όπως κρίνει ο Κύριος. Το κεφαλάκι μου χωρούσε όλη την οικουμένη. Τώρα δεν με βοηθάει η υγεία μου, έχω γεράματα.

Συνομιλήτρια: Ο κ. Π…Γέροντα, πέθανε την ημέρα, ενός μεγάλου Αγίου.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Αυτός του άνοιξε την πόρτα του παραδείσου να μπει μέσα. Όταν κάποιος πεθαίνει και σώζεται η ψυχούλα του, ο Άγιος που γιορτάζει εκείνη την ημέρα, τον υποδέχεται στον παράδεισο, γιατί είναι η ημέρα δική του, η εορτή του δηλαδή.

Συνομιλήτρια: Πολλούς ανθρώπους ξαφνικά τους βρίσκει ο θάνατος.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ναι. Κάθε ημέρα να είμαστε με το εισιτήριο στο χέρι. Δεν γνωρίζουμε τι θα μας συμβεί. Κάποτε εξομολόγησα κάποιον στο νοσοκομείο με τα νεύματα και σε λίγο πέθανε. Κάτι καλό έκανε στη ζωή του και σώθηκε τελευταία στιγμή. Στη ζωή μου πέρασα πολλές ταλαιπωρίες και είδα ότι η Θεία Πρόνοια, κατευθύνει τα πάντα προς το καλό του ανθρώπου. Να μην μας φεύγει η μνήμη του θανάτου.

Να διαβάζετε από το Γεροντικό, την συνομιλία του Αγίου Μακαρίου με το κρανίο. Κάποτε σε όραμα είδα τον εαυτό μου ντυμένο πολύ ωραία. Με άμφια, όπως στις γιορτές και ήμουνα ψηλά σε εξέδρα και πιο κάτω ήτανε κοπέλες, που είχα εξομολογήσει και φωνάζανε « Γέροντα …. Γέροντα. Θέλουμε και εμείς να έρθουμε αυτού », αλλά δεν τους επιτρεπότανε. Αυτό δείχνει την ευθύνη μου και την χάρη της ιεροσύνης, Γι’ αυτό, να προσεύχεστε για μένα. Να έχετε τάξη και προσοχή. Να αγωνίζεστε κάθε μέρα, όσο μπορείτε. Ο Χριστός μας αγαπάει την τάξη των μοναχών, γιατί είναι οι στρατιώτες του.

Συνομιλήτρια: Γέροντα, όταν πάτε στον παράδεισο και έχετε αυτήν την επικοινωνία με τον Κύριο, δεν του μιλάτε και για μας τους μοναχούς σας και τις μοναχές και για τους ανθρώπους που θέλουν την βοήθειά σας;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Βεβαίως του μιλάω.

Συνομιλήτρια: Τι σας απαντά;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Εντάξει. Θα φροντίσω. Ο.Κ.

Συνομιλήτρια: Όταν εσείς Γέροντα πεθάνετε και εάν τυχόν εμείς ζούμε, εσείς μη μας ξεχάσετε, που θα καλοπερνάτε με τον Χριστό μας και εμείς εδώ θα παλεύουμε.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: (Γελώντας) Όχι, αυτό δεν γίνεται.

Συνομιλήτρια: Αύριο φεύγουμε Γέροντα (..από την Αριζόνα ). Πέστε μας έναν τελευταίο λόγο.

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Καλό και ευλογημένο ταξίδι να έχετε. Να έχετε την ευχή μου. Να έχετε υγεία και να έρχεστε. Ο καθένας ξέρει τι έχει στον τρουβά του, αλλά η Διαθήκη που σας αφήνω είναι να γνωρίσετε το Άγιο Πνεύμα. Να το εργαστείτε και να το χτίσετε μέσα σας, τηρώντας τις εντολές του Ευαγγελίου και έχοντας ειρήνη στη ψυχή σας, Να έχετε αγάπη, ομόνοια και να φωνάζετε το όνομα του Χριστού και της Παναγίας μας. Οι άγγελοι να σας συντροφεύουν.

Πως λένε αυτούς που παντρεύονται παράνομα εδώ;

Συνομιλήτρια: Μήπως εννοείτε τους ομοφυλόφιλους;

Γέροντας ΕΦΡΑΙΜ: Ναι αυτούς. Η Παλαιά Διαθήκη λέγει : « δεν θα μείνει το πνεύμα μου στους ανθρώπους, γιατί είναι σάρκες ». Αυτό ισχύει για σήμερα. Τα Σόδομα κάηκαν, το ίδιο …τα πυρηνικά. Δεν ανέχεται αυτές τις αμαρτίες ο Χριστός. Παντού λατρεύεται η αμαρτία της σάρκας. Δεν υπάρχει μετάνοια. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία μετανόησε. Όλοι οι ομοφυλόφιλοι θα εξαλειφθούν. Όλα χώμα …Τα πυρηνικά …Όλα χώμα. Ο πόλεμος θα γίνει για τις αμαρτίες.