Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Μέγας Βασίλειος: Απάντησις είς την ένστασιν, ότι ωρισμένοι εβαπτίσθησαν και είς τον Μωυσήν και επίστευσαν είς αυτόν. Συγχρόνως γίνεται λόγος και περί των τύπων

«Αλλά ούτε και το ότι βαπτιζόμεθα είς το όνομα του αγίου Πνεύματος δικαιολογεί την μετά του Θεού συντοποθέτησιν του», ισχυρίζονται. Διότι και εις τον Μωυσήν εβαπτίσθησαν μερικοί, μέσα εις την νεφέλην και εις την θάλασσαν. Μαρτυρείται επίσης ότι υπάρχει πίστις και εις ανθρώπους. Διότι λέγει η Γραφή·  «καὶ ἐπίστευσαν τῷ Θεῷ καὶ Μωυσῇ τῷ θεράποντι αὐτοῦ»«Διατί λοιπόν, λέγει ο αντίπαλος, λόγω του Βαπτίσματος και της πίστεως υψώνεις τόσο πολύ το άγιον Πνεύμα και το τοποθετείς επάνω από την κτίσιν, εφ'όσον τα ίδια μαρτυρούνται ήδη και δια ανθρώπους;» Τι θα απαντήσωμεν λοιπόν;
Ότι πρόκειται περί του αγίου Πνεύματος η πίστις έχει το αυτό νόημα που έχει δια τον Πατέρα και τον Υιόν. Ομοίως και το Βάπτισμα. Προκειμένου όμως και περί του Μωυσέως και της νεφέλης εκεί έχουν ταύτα το νόημα σκιάς και τύπου. Επειδή λοιπόν τα Θεία προαναγγέλονται με μικρά και ανθρώπινα, ασφαλώς αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μικρά και η φύσις των θείων, την οποίαν προανήγγειλαν οι τύποι ως σκιαγραφίαν. Ο τύπος δηλαδή είναι φανέρωσις αυτών που περιμένομεν και δείχνει αμυδρά το μέλλον με το να μιμείται την αλήθειαν. Έτσι ο Αδάμ είναι τύπος του μέλλοντος και η πέτρα είναι τύπος του Χριστού· το ύδωρ δε που πήγασε από την πέτραν είναι τύπος της ζωτικής του Χριστού δυνάμεως. Διότι «ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω».

Και το μάννα είναι τύπος του ζώντος άρτου, που κατήλθεν από τον ουρανόν· και ο επί στύλου όφις είναι τύπος του σωτηριώδους πάθους που επετελέσθη διά του Σταυρού· δι'αυτό και όσοι με πίστιν προσέβλεπον είς αυτόν εσώζοντο. Ακόμη και τα σχετικά πρός την εκ της Αιγύπτου έξοδον των Ισραηλιτών έχουν εξιστορηθή  δια να αποτελέσουν τύπων αυτών που σώζονται διά του Βαπτίσματος.
Εσώθησαν δηλαδή τα πρωτότοκα τέκνα των Ισραηλιτών, όπως σώζονται και τα σώματα των Βαπτιζομένων, με το να παρέχεται η Χάρις είς όσους εσημειώθησαν με το αίμα. Διότι το μεν αίμα του προβάτου ήτο τύπος του αίματος του Χριστού, τα δε πρωτότοκα ήσαν τύπος του πρωτοπλάστου. Επειδή λοιπόν ο πρωτότοκος υπάρχει αναγκαστικά μέσα μας και με την κληρονομικότητα φθάνει μέχρι το τέλος, διά τούτο μαζί με τον Αδάμ αποθνήσκομεν όλοι, και ο θάνατος εκυριάρχησε μέχρι της πληρώσεως του Νόμου και της παρουσίας του Χριστού. Τα πρωτότοκα όμως τα διεφύλαξεν ο Θεός, ώστε να μή τα βλάψη ο εξολοθρευτής, διά να δείξει ότι εμείς που εζωοποιήθημεν διά του Χριστού δεν αποθνήσκομεν πλέον μαζί με τον Αδάμ.
Η θάλασσα επίσης και η νεφέλη ως πρός το τότε παρόν ωδηγούσαν  λόγω του θαυμασμού είς την πίστιν, ως πρός το μέλλον δέ προδιετύπωναν ως τύπος την χάριν που επρόκειτο να έλθη. Ποιός είναι ο σοφός, διά να τα κατανοήση αυτά; Ότι η θάλασσα ως τύπος είναι το Βάπτισμα· απεχώρισε τον Φαραώ, όπως το Βάπτισμα απομακρύνει την τυραννικήν εξουσίαν του διαβόλου. Εφόνευσεν εκείνη μέσα της τον εχθρόν· αποθνήσκει και εδώ η πρός τον Θεόν έχθρα μας. Εξήλθεν από την θάλασσαν ο λαός χωρίς να πάθη τίποτε· εξερχόμεθα και εμείς από το ύδωρ του Βαπτίσματος σαν αναστημένοι εκ νεκρών, σωσμένοι με την χάριν αυτού που μας εκάλεσεν. Η νεφέλη δέ είναι σκιώδης προεικόνισις της δωρεάς του αγίου Πνεύματος, το οποίον καταψύχει την φλόγαν των παθών με το να νεκρώνει τα μέλη.
Τι λοιπόν; Επειδή εβαπτίσθησαν είς τον Μωυσήν σαν είς τύπον είναι δια τούτο μικρά η Χάρις του Βαπτίσματος; Κατ'αυτόν τον τρόπον όμως τίποτε άλλο από τα ιδικά μας δεν ημπορεί να είναι μεγάλο, αν την αξίαν του καθενός την μειώσωμεν εκ των προτέρων με τους τύπους. Ούτε δηλαδή η αγάπη του Θεού πρός τους ανθρώπους, το ότι έδωσε δια τας αμαρτίας μας τον Μονογενή Του Υιόν, είναι κάτι μεγάλο και υπερφυσικόν, αφού και ο Αβραάμ δεν ελυπήθη τον υιόν του, ούτε το πάθος του Κυρίου είναι ένδοξον, αφού επληρώθη ο τύπος με το να προσφερθή πρόβατον είς την θέσιν του Ισαάκ, ούτε η εις Άδου κάθοδος είναι φοβερά, αφού ο Ιωνάς επί τρείς ημέρες και άλλας τόσας νύκτας εξεπλήρωνε πολύ ενωρίς τον τύπον του θανάτου. Το ίδιο κάνει λοιπόν και εις το Βάπτισμα αυτός που συγκρίνει την σκιάν με την αλήθειαν και παραλληλίζει με τους τύπους αυτά που σημαίνονται υπ'αυτών και επιχειρεί επικαλούμενος τον Μωυσήν και την θάλασσαν να διασύρει ολόκληρον το σωτηριώδες σχέδιον του Θεού. 
Ποιά συγχώρησις των αμαρτιών υπήρχε τότε; Ποία ανανέωσις της ζωής συνέβαινε μέσα εις την θάλασσαν; Ποίον πνευματικόν χάρισμα εδίδετο διά του Μωυσέως; Ποία νέκρωσις της αμαρτίας εγίνετο εκεί; Δεν απέθανον εκείνοι μαζί με τον Χριστόν· δι'αυτό ούτε και ανεστήθησαν μαζί του. Δεν εφόρεσαν την εικόνα του επουρανίου, δεν περιέφεραν νεκρωμένον το σώμα τους με την χάριν του Ιησού, δεν έβγαλαν τον παλαιόν άνθρωπον, δεν εφόρεσαν τον νέον, ο οποίος ανανεώνεται είς επίγνωσιν κατ'εικόνα αυτού ο οποίος τον εδημιούργησε. Διατί λοιπόν συγκρίνεις τα Βαπτίσματα, των οποίων μόνον το όνομα είναι κοινόν, ενώ η διαφορά του περιεχομένου των είναι τόσον μεγάλη, όση είναι η διαφορά του ονείρου πρός την αλήθειαν, της σκιάς και των εικόνων πρός τα πράγματι υπάρχοντα αντικείμενα;
Αλλά και η πίστις εις τον Μωυσήν δεν μειώνει την πίστιν είς το άγιον Πνεύμα· μάλλον από αυτήν την άποψιν μειώνει την πίστιν είς τον Θεόν των όλων. Διότι λέγει· «καὶ ἐπίστευσαν τῷ Θεῷ καὶ Μωυσῇ τῷ θεράποντι αὐτοῦ». Πρός τον Θεόν λοιπόν σχετίζεται, όχι πρός το Πνεύμα·  και ήτο τύπος όχι του Πνεύματος, αλλά του Χριστού. Διότι με το να επωμισθή την διακονίαν του Νόμου προεικόνιζε τότε με τον εαυτό του τον μεσίτην μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Δεν ήτο δηλαδή ο Μωυσής τύπος του Πνεύματος, με το να γίνει μεσίτης του Θεού και του λαού. Διότι εδόθη Νόμος κατόπιν διαταγής αγγέλων είς τα χέρια μεσίτου (δηλαδή του Μωυσέως), συμφώνως πρός την απαίτηση του λαού, ο οποίος έλεγε· «λάλησον σὺ ἡμῖν, καὶ μὴ λαλείτω πρὸς ἡμᾶς ὁ Θεός». Ώστε η πίστις εις τον Μωυσήν αναφέρεται είς τον Κύριον, τον μεσίτην Θεού και ανθρώπων, ο οποίος είπεν· «εἰ γὰρ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἂν ἐμοί».
Είναι λοιπόν κάτι μικρόν η πίστις είς τον Κύριον, επειδή προετυπώθη διά του Μωυσέως; Έτσι ούτε και αν εβαπτίσθη κάποιος είς τον Μωυσήν, μειώνεται η Χάρις του Πνεύματος κατά το Βάπτισμα. Επί πλέον έχω να ειπώ ότι η Γραφή συνηθίζει να ονομάζη Μωυσή και τον Νόμον, όπως εις το «ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας». Αναφερόμενος λοιπόν είς το νομικόν βάπτισμα λέγει ότι «καὶ πάντες εἰς τὸν Μωϋσῆν ἐβαπτίσαντο». Διατί λοιπόν το καύχημα και την ελπίδα μας, και την πλουσίαν δωρεάν του Θεού και Σωτήρος μας, ο οποίος με το Βάπτισμα ανανεώνει την νεότητα μας και μας κάνει αετούς, τα εμφανίζουν ως ευκολοκαταφρόνητα αυτοί που στηριζόμενοι εις την σκιάν και τον τύπον κατηγορούν την πραγματικότητα; Δείχνει πράγματι αυτό νηπιακήν σκέψιν και το παιδί που έχει ακόμη ανάγκην από γάλα, το να αγνοή κανείς το μέγα μυστήριον της σωτηρίας μας, ότι δηλαδή επί τη βάσει ενός παιδαγωγικού τρόπου διδασκαλίας, πρίν ακόμη ασκηθούμεν είς την ευσέβειαν και φθάσωμεν εις την τελείωσιν, μας δίδονται πρώτα στοιχεία που ημπορούμεν εύκολα να τα προσλάβωμεν αναλόγως πρός το μέτρον των γνώσεων μας. 
Αυτός που ρυθμίζει τα της ζωής μας μας οδηγεί πρός το μέγα φως της αλήθειας, αφού μας συνηθίσει ενωρίτερον είς μικρότερα φώτα, σαν τους οφθαλμούς που έχουν συνηθίσει μέσα είς το σκότος. Από φροντίδα δηλαδή πρός την ασθένειαν μας και λόγω του απεράντου πλούτου της σοφίας του και των ανεξιχνιάστων πτυχών της συνέσεως του υπέδειξεν αυτήν την ευνοϊκήν και κατάλληλον δι'ημάς αγωγήν, να βλέπωμεν δηλαδή πρώτα τας σκιάς των σωμάτων· μας συνηθίζει να βλέπωμεν πρώτα τον ήλιον μέσα είς το νερό, ώστε να μή μας προσβάλη αμέσως η θέα του αοράτου φωτός και τυφλωθούμεν. Διότι κατά τον ίδιον ακριβώς τρόπον και ο Νόμος, που είναι σκιά των μελλόντων, και αι προτυπώσεις των προφητών, που είναι υπαινιγμοί της αλήθειας, έχουν επινοηθή διά να προγυμνάσουν τους πνευματικούς οφθαλμούς, διότι έτσι γίνεται εύκολος η μετάβασις πρός την κεκρυμμένην σοφίαν του μυστηρίου της σωτηρίας. Αυτά λοιπόν δια τους τύπους. Δεν ημπορώ άλλωστε να επιμείνω περισσότερον είς αυτό το σημείον, διότι έτσι η παρένθεσις θα γίνη μεγαλυτέρα από το θέμα του κεφαλαίου».
Μ. Βασίλειος, Δογματικά, ΕΠΕ 10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου