Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Κ Α΄. Η διόρθωσιςς των εξωτερικών αισθήσεων. Και µε ποιό τρόπο µπορεί κάποιος να περάση από αυτές στη θεωρία και δοξολογία του Θεού





Μεγάλη σκέψις και παντοτεινή εξάσκησις χρειάζεται για να κυβερνηθούν και να διορθωθούν καλα οι πέντε εξωτερικές µας αισθήσεις· δηλαδή η  όρασις, η  ακοή, η  όσφρησις, η  γεύσις και  η  αφή. Γιατί  η παράλογη επιθυµία της καρδιάς, που είναι σάν στρατηγός της διεφθαρµένης µας φύσεως, γέρνει µε υπερβολή στο να ζητάη πάντα τις ευχαριστήσεις και τις αναπαύσεις και µη µπορώντας µόνη της να τις αποκτήση, µεταχειρίζεται τις αισθήσεις του σώµατος σάν στρατιώτες και όργανα  φυσικά,  για  να  συλλαµβάνη  τα  απ’  εξω  αντικείµενά  τους, δηλαδή τα αισθητά πράγµατα, των οποίων τις ευχάριστες εικόνες και φαντασίες που περνάνε παίρνοντάς της, τις τυπώνει στην ψυχή, και µετά απο αυτά ακολουθεί η ευχαρίστησις. Αυτή εξ αιτίας της συγγένειας που υπάρχει µεταξύ της ψυχής και της σάρκας, µοιράζεται σε όλα εκείνα τα µέρη των αισθήσεων, που χωρούν αυτή την ευχαρίστησι· και απο αυτήν, συµβαίνει (αλλοίµονο) στη ψυχή ο αθάνατος θάνατος· και συµπληρώνεται  αυτό  που  γράφτηκε,  οτι  «ανέβη  θάνατος  δια  των θυρίδων» (Ιερ.9,20). δηλαδή µέσα απο τις αισθήσεις, τις οποίες έχει σάν παράθυρα η ψυχή, για να απολαµβάνη τα αισθητά.

 

Βλέπεις, αδελφέ, την µεγάλη ζηµιά, που σου προξενείται από τις αισθήσεις; Πρόσεχε, λοιπόν, να την θεραπεύσης, δηλαδή, φρόντιζε καλώς, να µην αφήνης να πηγαίνουν οι αισθήσεις σου εκεί, που αυτές θέλουν, ούτε να τις µεταχειρισθής για µόνη την απόλαυσι των αισθητών ηδονών και όχι για κανένα άλλο σκοπό καλό ή ωφέλεια ή ανάγκη. Και αν  ως  τώρα, χωρίς να  το  γνωρίσης αυτά, οι  αισθήσεις σου δόθησαν ολοκληρωτικά στις αισθητές ευχαριστίες, όµως, από τώρα και ύστερα, αγωνίσου όσο µπορείς, να τις φέρης πίσω και να τις κυβερνήσης τόσο καλά, µε τρόπο που, από εκεί που προτύτερα υποδουλώνονταν άθλια στις µάταιες και ψυχοφθόρες ηδονές, να αποκτούν ύστερα από κάθε κτίσµα και αντικείµενο αισθητό, ψυχωφελή νοήµατα και να τα φέρουν µέσα στη ψυχή· µέσα απο τα νοήµατα αυτά η ψυχή µπορεί να συµµαζεύται στον εαυτό της και µε τα φτερά των αύλων της δυνάµεων, να ανεβαίνη στη µελέτη και δοξολογία του Θεού·38  αυτό οποίο µπορείς και συ να το κάνης µε τον εξής τρόπο.

 

Για  παράδειγµα·  όταν  βρεθή  µπροστά σε  καµµία εξωτερική σου αίσθησι  κανένα  αισθητό  αντικείµενο, είτε  ορατό,  είτε  ακουστό, είτε όσφρατό, είτε γευστικό ή χειροπιαστό, ξεχώρισε µε τον λογισµό σου από το υλικό πράγµα που έχει το άυλο πνεύµα, δηλαδή την ενέργεια του Αγίου Πνεύµατος που είναι σε αυτό· και σκέψου, οτι αυτό απο µόνο του, δεν είναι δυνατόν να εχη το είναι ή άλλο τίποτε, από όσα βρίσκονται σε αυτό·  αλλά όλο του το κάθε τι είναι έργο του Θεού, ο οποίος µε το πνεύµα του αοράτως του δίνει εκείνο το είναι, εκείνη την αγαθότητα, εκείνη την ωραιότητα, εκείνη την δύναµι, εκείνη την σοφία και κάθε άλλο καλό που έχει µέσα του. Οπότε εδώ ας χαρή η καρδιά σου, διότι µόνον ο  Θεός σου είναι η αιτία και η αρχή τόσων διαφόρων, τόσων µεγάλων, τόσων θαυµαστών στην ακρίβεια πραγµάτων· και οτι αυτός µε υπεροχή,  όλα   τα   εµπεριέχει  στον   εαυτό   του·   και   οτι   αυτές   οι τελειότητες όλων των αισθητών κτισµάτων, δεν είναι άλλο παρά ένας ελάχιστος βαθµός ή ένας ίσκιος των απείρων αυτού θεϊκών θαυµασιών και τελειοτήτων. Και λοιπόν όταν εσύ κατά αυτό τον τρόπο συνηθίσης να βλέπης τα αισθητά κτίσµατα και δεν µένης στο εξωτερικό και στο φαινόµενο µόνον, αλλά διαπερνάς µε τον νου σου στήν εσωτερική και κρυφή αυτή ωραιότητα (γιατί εικόνες των νοητών είναι τα αισθητά κατά τον   ∆ιονύσιο   τον   Άρεοπαγίτη),   τότε   την   µεν   εξωτερική   τους ωραιότητα, ως ασήµαντη και υλική, θα την καταφρονήσης και θα την προσπεράσης,  στην  δε  κρυπτόµενη  δύναµι  και  ενέργεια  του  αγίου Πνεύµατος, θα προσηλώσης το νου σου, δοξολογώντας τον Κύριο.

 

Ετσι βλέποντας τα τέσσαρα στοιχεία, τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και  την  γή  και  στοχαζόµενος  την  ουσία  και  την  δύναµι  και  την ενέργεια που έχουν, µε µεγάλη σου ευχαρίστησι θα πης προς τον τέλειο ∆ηµιουργό, που κατά τέτοιο τρόπο τα δηµιούργησε· «ώ θεία ουσία! ώ άπειρος ∆ύναµις και ενέργεια άκρως επιθυµητή, πόσο χαίροµαι και ευχαριστούµαι, διότι  εσύ  είσαι  µόνη η  αρχή  και  αιτία  κάθε  κτιστής ουσίας των  όντων  και  κάθε  ενέργειας  και  δυνάµεως»!39  Έτσι  οταν βλέπης τα ουράνια και φωτεινά σώµατα, τον ήλιο, την σελήνη και τα αστέρια και σκεφθής ότι πήραν το φως και την λαµπρότητα από τον Θεό,   θα   φωνάξης·   «ω   φως,   υπέρ   παν   φως,   από   το   οποίο δηµιουργήθηκε κάθε φως άυλον και υλικό· ω φως θαυµαστό, το πρώτο αντικείµενο της χαράς των Αγγέλων και της απολαύσεως των αγίων, στου οποίου την ακλινή θεωρίαν, θαµπώνονται οι οφθαλµοί των Χερουβίµ,  και  σε  σύγκρισι  αυτού,  ολα  τα  αισθητά  φώτα  φαίνονται σκοτάδι βαθύτατο, σε δοξολογώ και σε υπερυψώ· ώ φως αληθινό, οπου φωτίζεις κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσµο (Ιωάν. α')· αξίωσέ µε να σε δώ νοερά, για να χαρή µε την τελειότητα η καρδιά µου». Ετσι και όταν βλέπης τα δένδρα, τα χόρτα και άλλα διάφορα φυτά και σκέφτεσαι µε το µυαλό, πως ζούνε, τρέφονται, αυξάνουν και γεννούν τα όµοιά τους και πως από µόνα τους δεν έχουν την ζωή και τα υπόλοιπα που έχουν, αλλά από το Πνεύµα το Άγιο, που εσύ δεν βλέπεις, το οποίο µόνο τα ζωογονεί·  έτσι µπορείς να πης·  «Να, εδώ είναι η αληθινή ζωή, από την οποία, στηνοποία και δια της οποίας ζουν και τρέφονται και αυξάνουν τα πάντα, ω ζωντανή θεραπεία της καρδιάς µου»! Παρόµοια και από την µορφή των αλόγων ζώων, θα εξυψώσης το νου σου στον Θεό, που δίνει σε αυτά την αίσθησι και την από τόπου σε τόπο κίνησι, λέγοντας· ω πρώτον κινούν· το οποίο µολονότι κινείς τα πάντα, είσαι ακίνητο στον εαυτό σου· ω, πόσο χαίροµαι και ευφραίνοµαι στην ακινησία και στερεότητά σου»!

 

Βλέποντας πάλι τον εαυτό σου ή και τους άλλους ανθρώπους και σκεπτόµενος ότι  µόνο εσύ  έχει  ςόρθιο  σχήµα και  είσαι  σωστός  και λογικός  από  όλα  τα  άλλα  ζώα  και  πως  είσαι  µία  ένωσις  και  ένας σύνδεσµος  των  αύλων  και  υλικών  κτισµάτων,  παρακινήσου  σε δ ο ξο λο γία  και  ευ χαριστία  του  ∆η µ ιο υργο ύ  Θεού  σου  και  πές : «Ω  Τριάς  ύπερούσιε,  Πάτερ,  Υιέ   και   Πνεύµα  Άγιο,  ας   είσαι δεδοξασµένη στους αιώνας.

Πόσο χρεωστώ να σε ευχαριστώ πάντοτε, οχι µόνον διότι µε έπλασες από την γή και µε έκαµες βασιλέα όλων των επιγείων κτισµάτων·  όχι µόνον διότι µε τίµησες κατά την φύσι µε την  δική  σου  είκόνα,  µε νουν,  λόγον  και  πνεύµα ζωοποιό του σώµατος µου40, αλλά και διότι µου εδωσες δύναµι να γίνω προαιρετικά µε τις αρετές, καθ’ οµοίωσιν δική σου, για να µπορώ έτσι να σε απολαµβάνω στους αιώνας».

 

Ερχοµαι  τώρα  στις  πέντε  αισθήσεις  ειδικώτερα  και  σου  λέω·  αν θέλγεσαι, αδελφέ, από την ωραιότητα και το κάλλος των κτισµάτων, την οποία  βλέπουν  τα  µάτια  σου,  χώρισε  µε  τον  νου  σου  εκείνο  που βλέπης, από το πνεύµα που δεν βλέπεις·  και σκέψου, οτι όλη εκείνη η ωραιότητα που φαίνεται απο από έξω, είναι του µόνου αοράτου και παγκαλεστάτου πνεύµατος, απο την οποία λαµβάνει την αφορµή εκείνη η εξωτερική ώραιότητα· και πές γεµάτος ευχαρίστησι· «Να τα ρυάκια της άκτιστης πηγής! Να, οι ρανίδες του απείρου πελάγους παντός αγαθού! ω, και πόσο χαίροµαιω εις τα ενδότερα της καρδιάς µου, συλλογιζόµενος την αιώνια και άπειρη του Κτιστού µου ωραιότητα, που είναι αρχή και αιτία πάσης κτιστής ωραιότητος! ω, πόσο γλυκαίνοµαι, στοχαζόµενος το άφραστον και ακατανόητο και υπέρκαλο κάλλος του Θεού µου, από το οποίο έχει την αρχή κάθε κάλλος».

 

Οταν ακούσης καµιά γλυκειά φωνή ή αρµονία ήχων και τραγουδιών, στρέψε το νου σου στον Θεό και πες· «ω αρµονία των αρµονιών, Κύριε µου! πόσο ευφραίνοµαι στις άπειρές σου τελειότητες· επειδή όλες µαζί σου  αποδίδουν  υπερουράνια  αρµονία·  και  ενωµένες  ακόµη  µε  τους Αγγέλους στους ουρανούς και µε ολα τα κτίσµατα, δηµιουργούν µεγάλη συµφωνία· πότε θα ελθη, Κύριε µου, η ώρα, να ακούσω µέσα στα ώτα της καρδιάς µου την γλυκυτάτη φωνή σου να µου πης· «σου δίνω την δική  µο  ειρήνη·  την  ειρήνη  από  τα  πάθη·  διότι  η  φωνή  σου  είναι ευχάριστη», σύµφωνα το Άσµα (2,14).

 

Αν πάλι µυρίζης κανένα άρωµα ή λουλούδι ευωδιαστό, πέρασε από την εξωτερική ευωδία στην κρυµµένη µυρωδιά του αγίου Πνεύµατος και  πες·  «Να,  οι  ευωδίες  του  πανευώδους  εκείνου  άνθους  και  του ακένωτου εκείνου µύρου, το οποίο δόθηκε σε όλα τα κτίσµατά του· κατά το Ασµα εγώ άνθος της πεδιάδος, κρίνο των κοιλάδων (2, 10)· και πάλι· «το όνοµά σου µύρο που σκορπιέται» (1,2). Να, η της πηγαίας ευωδίας διάδοσις, η οποία άφθονα πληµµυρίζει τις θεϊκές της πνοές, από τους πάνω και καθαρώτατους Αγγέλους, µέχρι τα τελευταία κτίσµατα και τα κάνει όλα να ευωδιάζουν, σύµφωνα µε τον Άρεοπαγίτη ∆ιονύσιο (Εκκλησ. Ιεραρ. κεφ. ∆΄)· σχετικά µε την οποία ευωδία είπε ο Ισαάκ στο υιό του Ίακώβ· «η ευωδία του υιού µου είναι σαν του αγρού, την οποία ευλόγησε ο Κύριος» (Γεν. 27,27).

 

Πάλι, οταν τρώς ή πίνης, σκέψου πως ο Θεός είναι εκείνος, που δίνει σε όλα τα φαγητά νοστιµάδα και µόνο µε αυτόν ευχαριστηµένος, µπορείς να πης: «Να χαίρεσαι ψυχή µου διότι, καθώς έξω από τον Θεόν σου δεν υπάρχει καµµία ανάπαυσις, έτσι εξω από αυτόν, δεν υπάρχει και καµµία γλυκύτητα ή νοστιµάδα· οπότε, σε αυτόν µόνο µπορείς να ευχαριστιέσαι, καθώς ο ∆αβίδ σε παρακινεί λέγοντας «∆οκιµάστε και δείτε πόσο καλός είναι ο Κύριος» (Ψαλµ. 33, 8). Και ο Σολοµώντας σε πληροφορεί λέγοντας σχετικά µε αυτό· «οτι ο καρπός του είναι γλυκός στό λαρύγγι µου» (Άσµα 2,3).

 

Οταν κινήσης τά χέρια σου, για να κάνης κανένα έργο, σκέψου, πως ο Θεός είναι η πρώτη αιτία εκείνου του έργου και συ, δεν είσαι άλλο, παρά ένα ζωντανό όργανό του·  στον οποίο σηκώνοντας τον λογισµό σου, πες έτσι: «Πόση είναι η χαρά που δοκιµάζω µέσα στόν εαυτό µου, Ύψιστε  Θεέ  του  σύµπαντος! Γιατί  εγώ  δεν  µπορώ  να  κάνω  χωρίς εσένα κανένα πράγµα· πράγµατι, είσαι ο πρώτος και ο αρχικός δηµιουργός κάθε πράγµατος».

Οταν βλέπης σε άλλους αγαθότητα, σοφία, δικαιοσύνη και άλλες αρετές, κάνοντας µε το νου σου αυτόν τον διαχωρισµό, πές στον Θεό σου· «Ω πλουσιώτατε θησαυρέ της αρετής, πόση είναι ή χαρά µου! διότι από σένα και δια σου µόνου προέρχεται κάθε καλό· και διότι όλο το καλό, κατά σύγκρισι των θείων σου τελειοτήτων, είναι µηδέν· σε ευχαριστώ, Θεέ µου, γι’ αυτό και για κάθε άλλο καλό πού έκανες στον πλησίον µου·  αλλά θυµήσου, Θεέ µου, και τη δική µου φτώχεια και την µεγάλη ανάγκη που έχω για την αρετή».

 

Και για να πω γενικά, όσες φορές δης στα κτίσµατα κάποιο πράγµα να σε αρέση και σε ευχαριστή, µη σταµατήσης σ’ αυτό, αλλά πέρασε µε τον λογισµό σου στο Θεό και πές·  «Αν Θεέ µου, τα κτίσµατα σου είναι τόσο ωραία, τόσο χαροποιά, τόσο αρεστά, πόσο αράγε ωραίος, πόσο χαροποιός και γλυκύτατος είσαι εσύ ο Κτίστης όλων αυτών»!

 

Εάν λοιπόν, αγαπητέ, έτσι κάνης, µπορείς να απολαµβάνης τον Θεό µέσα  απο  τις  πέντε  αισθήσεις  σου  και  να  ανεβαίνης  πάντα  από  τα κτίσµατα στον Κτίστη, µε τρόπο που η δηµιουργία της κτίσεως να σου γίνεται µία θεολογία και ακόµη ευρισκοµενος σ’ αυτόν τον κόσµο των αισθήσεων, να φαντάζεσαι εκείνο τον νοητό. Επειδή και είναι αλήθεια, όλος ο κόσµος και όλη η φύσις, δεν είναι άλλο παρά ένας νόµος και ένα όργανο κάτω απο το οποίο αόρατα βρίσκεται ο ∆ηµιουργός και τεχνίτης, ενεργώντας και δείχνοντας την τέχνη του και µε τα ορατά και υλικά προβάλλει τις αόρατες και ασώµατες ενέργειες και τελειότητες του41.

 

 

************************************************************

38  Για αυτό ο µέγας εκείνος Αυγουστίνος έλεγε, οτι, «όσα κτίσµατα ευρίσκονται εις τον κόσµον, οµιλούσι µε τους ενάρετους άνδρας µε µίαν γλώσσαν βουβήν αληθινά και σιωπηλήν, άλλα κατά πολλά ενεργητικήν, ή οποία εύκολα ακούεται και καταλαµβάνεται από αυτούς και τους παρακινεί περισσότερον εις την του Θεού αγάπην και από όλα τα πάντα εβρίσκουν αφορµήν να λαµβάνουν καλούς και ευλαβητικούς λογισµούς». Και ο θεολόγος Γρηγόριος λέγει· «Όλα δοξάζουν τονΘεό µε αλάλητες φωνές·  για όλα ευχαριτείται ο Θεός δια µέσου εµού·  και έτσι ο ύµνος εκείνων γίνεται δικός µας, από τους οποίους εγώ παίρνω τον ύµνο». (Λόγος εις την Καινήν Κυριακήν). Οπότε και οι τρεις παίδες πήραν αφορµή από όλα τα δηµιουργήµατα να δοξολογήσουν  τον Κτίστη στον ύµνο τους.

 

39 Σηµείωσε ότι, κατά τον άγιο Μάξιµο, η ουσία των υπαρκτών έχει εικόνα του Πατέρα, η δύναµις του Υιού, η ενέργεια του Αγίου Πνεύµατος, ώστε κατά όποιον τρόπο παραθέτει αυτόν σαν Θεό ποιητή, όχι µόνο πως «είναι ένας, αλλά και πως είναι Τρία.

 

40 Βλέπε το λη΄ κεφ. των φυσικών και θεολογικών του µεγάλου της Θεσσαλονίκης Γρηγορίου στη Φιλοκαλίας, που λέγει εκείνος ο θειότατος νους οτι το ζωοποιό Πνεύµα του σώµατος, είναι ένας έρωτας νοερός, ο οποίος προέρχεται απο το νου και το Λόγο, και υπάρχει στο λόγο και στο νου  και  σε  αυτό  υπάρχει  το ν  λό γο  και  το  νο υ·  και  ότι,  σύµ φων α  µ ε  αυ τό  το  ζωοποιό Πν εύ µ α, η νο ερά και η λογική ψυχή, πιό πολύ από τους Αγγέλους είναι, σύµφωνα µε την εικόνα του Θεού, επειδή εκείνοι δεν έχουν τέτοιο είδους ζωοποιό Πνεύµα, διότι δεν έχουν το σώµα το οποίο να δίνη ζωή.

 

41  Γι’ αυτό, από µεν το ένα µέρος ο Σολοµώντας είπε·  «από το µέγεθος και την οµορφιά των δηµιουργηµάτων, παίρνουµε την ανάλογη ιδέα για την δηµιουργία τους» (Σοφ. 13,5)· από δε τα άλλο ο µακάριος Παύλος·  «Μολονότι είναιαόρατες και η αιώνια δύναµις του Θεού και η θεϊκή του ιδιότητα,µπορούσαν να τις ιδούν µεσα στην δηµιουργία, από τότε που έγινε ο κόσµος» (Ρωµ. 1,20). Προσθέτουµε και αυτό εδώ οτι για το σκοπό αυτό δηµιουργήθηκαν, από το ένα µέρος, όλα τα ∆ηµιουργήµατα, µε λόγο και µε σοφία, από δέ το άλλο, οι άνθρωποι πλουτίσθηκαν µε δύναµι λογική,  µελετώντας τούς  λόγους  των  δηµιουργηµάτων, ώστε  απο  τη  λόγική  αυτή  δύναµι να ανεβαίνουν στη γνώσι και µελέτη του προαιώνιου και µία ενυπόστατου όγου, απο τον Οποίο τά πάντα  έγιναν.  «Πάντα  γαρ  φησι,  δί  αυτού  εγένετο  και  χωρίς  αυτο ύ  εγέν ετο  ουδέ  εν,  ο γέγονεν »  (Ίωάν .  1,3).  Επειδή  από  τις  αιτίες  γνωρίζουµ ε  τα  αποτελέσ µ ατα,  και  απο  τα επακόλουθα, τι προηγήθηκε·  ώστε φθάνει µόνο κάποιος να γνωρίζει να σκέφτεται σωστά και αµ έσως,   µέσα   στην   ∆ηµιουργία   βρίσκει   την   πίστι   και   από   τα   Κτίσµατα   και   τους µελετώµενους λόγους των κτισµάτων, αντιλαµβάνεται και πιστεύει χωρίς αµφιβολία ότι υπάρχει Θεός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου